ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Η ελευθερία είναι μια πολύ εύηχη λέξη, ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένη, που την επικαλούνται όλοι, ακόμα και οι μεγαλύτεροι εχθροί της. Για να δώσω τον ευρύτερο δυνατό ορισμό που μπορώ, θα ορίσω την ελευθερία ως τη δυνατότητα να επιλέγει κανείς ανεμπόδιστα από το σύνολο των διαθέσιμων επιλογών του που περιορίζεται μόνο από αντικειμενικά εμπόδια. Πχ. ένας ψαράς σε ένα νησί του Αιγαίου είναι ελεύθερος να ψαρεύει με το καΐκι του στο Αιγαίο. Όταν ο καιρός είναι πολύ άσχημος δε μπορεί να ψαρέψει αλλά αυτή είναι μια αντικειμενική δυσκολία που δεν τον καθιστά ανελεύθερο διότι δεν είχε τη διαθέσιμη επιλογή να ψαρέψει με άσημο καιρό. Αν ένας ψαράς έχει μια μεγάλη μηχανότρατα που αντέχει σε κάθε καιρό, τότε η απαγόρευση του απόπλου με άσχημο καιρό από το λιμεναρχείο περιορίζει την ελευθερία του διότι το ψάρεμα με άσχημο καιρό είναι μέσα στις διαθέσιμες επιλογές του. Παρόμοια, η απαγόρευση του ψαρέματος στην Αλάσκα δεν περιορίζει την ελευθερία στο ψάρεμα του ψαρά με το καΐκι στο Αιγαίο, περιορίζει όμως την ελευθερία αυτού που διαθέτει μεγάλο ποντοπόρο αλιευτικό και μπορεί να φτάσει μέχρι εκεί. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η ελευθερία υπάρχει μόνο όταν υπάρχει δυνατότητα επιλογής και όταν αντικειμενικά εμπόδια την περιορίζουν αυτά δεν επηρεάζουν την ελευθερία μας.
Στον οικονομικό τομέα λοιπόν, η δυνατότητα να επιλέγει κανείς από το σύνολο των διαθέσιμων επιλογών καθορίζει την οικονομική του ελευθερία. Στην αρχαιότητα, τα περιορισμένα τεχνικά μέσα, το ανεπαρκές δίκτυο μεταφορών, η έλλειψη ασφάλειας στις μεταφορές κτλ εμπόδιζαν τον απλό καλλιεργητή να μεταφέρει την παραγωγή του και να την πουλήσει σε μια αγορά όπου θα είχε τη δυνατότητα να επιλέξει αγοραστή. Η μόνη του διέξοδος είναι να την πουλήσει στον τοπικό άρχοντα. Αυτός λόγω του μεγέθους του είχε διαθέσιμες οικονομικές επιλογές για τη διάθεση της παραγωγής. Αν ορίσουμε σα στοιχειώδη οικονομική μονάδα το μικρότερο δυνατό σύνολο που μπορεί να πραγματοποιεί οικονομικές επιλογές, βλέπουμε ότι μέχρι την ανάπτυξη του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, στην αγροτική παραγωγή που ήταν η βάση της οικονομίας, στοιχειώδης οικονομική μονάδα ήταν το λατιφούντιο, το φέουδο κτλ
Αυτό ήταν το κυρίαρχο μοντέλο στο μεγαλύτερο τμήμα της δυτικής και κεντρικής Ευρώπης. Στην αρχαία Ελλάδα πάλι, λόγω της πολυδιάσπασης του γεωγραφικού χώρου και άλλων παραγόντων, στοιχειώδης οικονομική μονάδα αναδείχτηκε ο ελεύθερος μικρός αγροκτήμονας. Ενταγμένος σε μια πόλη-κράτος είχε πρόσβαση σε αγορές που του επέτρεπαν οικονομικές επιλογές άγνωστες στους καλλιεργητές στη Δύση.
Η ύπαρξη οικονομικών επιλογών είναι το απαραίτητο στοιχείο για την ανάγκη συμμετοχής στη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας, ώστε αυτή να κατευθύνεται στη μεγιστοποίηση της οικονομικής ελευθερίας. Δεν είναι τυχαίο ότι η Δημοκρατία γεννήθηκε σε ένα περιβάλλον ελεύθερων μικροκαλλιεργητών. Προέκυψε από την απαίτηση και τον αγώνα τους να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους μέσω της συμμετοχής στην πολιτική της πόλης-κράτους. Οι Αθηναίοι μικροκαλλιεργητές (και πλάι σε αυτούς οι βιοτέχνες, οι έμποροι κτλ που παντού συνιστούν αυτόνομες οικονομικές μονάδες) πέτυχαν να συμμετάσχουν στο σχεδιασμό της πολιτικής με την ανάπτυξη δημοκρατικών θεσμών, και μέσω αυτής της πολιτικής αύξησαν τις οικονομικές τους επιλογές και την ελευθερίας τους. Γι’ αυτό από την επικράτηση του δημοκρατικού πολιτεύματος η Αθήνα άσκησε μια εξωστρεφή πολιτική που εξυπηρετούσε την ανάγκη νέων αγορών για τα προϊόντα των πολιτών της. Το άλλο άκρο της κλασικής εποχής, η Σπάρτη, στήριξε την αγροτική της παραγωγή στους δούλους, των οποίων καταπατούσε συστηματικά τις οικονομικές ελευθερίες και διαμόρφωσε μια εσωστρεφή κοινωνία και πολιτική ακριβώς για να μπορεί να περιορίζει την ελευθερία των ειλώτων. Ο είλωτας στην αρχαία Σπάρτη στερούνταν ελευθεριών, διότι ενώ είχε οικονομικές επιλογές οι Σπαρτιάτες του τις περιόριζαν. Αντίθετα, ο δούλος σε κάποιο ρωμαϊκό λατιφούντιο στη Δύση μπορεί να μην ήταν σε καλύτερη μοίρα από άποψη διαβίωσης ή εκμετάλλευσης, αλλά δεν στερούνταν οικονομικών ελευθεριών διότι οι επιλογές του περιορίζονταν από αντικειμενικούς παράγοντες.
Από τη στιγμή που ο δούλος/δουλοπάροικος δεν έχει αυτόνομες οικονομικές επιλογές, αλλά αποτελεί μέρος ενός ενιαίου οικονομικού συνόλου, οι αποφάσεις της πολιτικής εξουσίας δεν επηρεάζουν τις δικές του (ανύπαρκτες) επιλογές. Γι’ αυτό δεν είχε σημασία αν ο αγρότης ήταν δούλος ή δουλοπάροικος ή ελεύθερος, αφού οι πολιτικές ελευθερίες δεν μπορούσαν να μεταφραστούν σε οικονομικές επιλογές. Γι΄ αυτό και δεν αναπτύχθηκε ποτέ η απαίτηση συμμετοχής στην πολιτική εξουσία, δεν επιδιώχθηκαν δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και δεν είχαν νόημα οι πολιτικές ελευθερίες.
Αντίθετα, στις μεσαιωνικές πόλεις της Δύσης (αυτόνομες και μη, ειδικά στη Βόρεια Ιταλία και στη Χανσεατική Ένωση) αναπτύχθηκαν αρκετοί σχετικά δημοκρατικοί θεσμοί (αυτοδιοίκηση των πόλεων, συντεχνίες κτλ) που έδινα δυνατότητα συμμετοχής στους πολίτες τους στη διαμόρφωση πτυχών της πολιτικής του και έτσι και στη διεύρυνση των οικονομικών τους επιλογών. Οι πόλεις συγκροτούνταν από βιοτέχνες, εμπόρους, μικροκαλλιεργητές από γύρω περιοχές κτλ Ουσιαστικά κάθε άτομο ήταν μια αυτοτελής οικονομική μονάδα. Το φαινόμενο εντάθηκε στα πρώτα στάδια του κεφαλαιοκρατικού συστήματος (Ολλανδία, Αγγλία 17ος αιώνας) με τη διαμόρφωση θεσμών προγονικών όσων συναντάμε σήμερα στις ελεύθερες κοινωνίες.
Η μεγάλη αλλαγή έρχεται με την επικράτηση του καπιταλισμού και την τεχνολογική επανάσταση που αυτός έφερε. Η μείωση των αποστάσεων, η βελτίωση των συγκοινωνιών και των επικοινωνιών, η βελτίωση της παραγωγής κτλ επέτρεψαν σε κάθε μέλος της κοινωνίας την πρόσβαση στην αγορά, τόσο στους αγρότες όσο και διευρυνόμενο ραγδαία πληθυσμό των πόλεων. Κάθε άνθρωπος γίνεται ανεξάρτητη οικονομική μονάδα και η απαίτηση για διαχείριση των επιλογών του διαλύει τις φεουδαρχικές δομές που πλέον περιορίζουν υπαρκτές διαθέσιμες επιλογές. Οδηγούμαστε αρχικά στη δημιουργία εθνικών κρατών, που μέσω δημοκρατικών θεσμών επιτρέπουν τη συμμετοχή στη διαμόρφωση της πολιτικής και των αποφάσεων που επηρεάζουν όλες τις οικονομικές μονάδες. Από κει ξεκινά η απαίτηση για εθνική ελευθερία.
Σήμερα όμως οι τεχνολογικές δυνατότητες, προσφέρουν οικονομικές επιλογές και ευκαιρίες που ξεπερνούν τα όρια των εθνικών κρατών και αφορούν πλέον μια ενιαία παγκοσμιοποιημένη αγορά. Τα έθνη-κράτη σε σύνολα δεν εξυπηρετούν πλέον την διεύρυνση της οικονομικής ελευθερίας των μελών τους αλλά πλέον την περιορίζουν. Πλέον η εθνική ελευθερία, η δυνατότητα ενός κράτους να αποφασίζει ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα, δεν προασπίζει την ατομική ελευθερία των πολιτών του αλλά την καταπιέζει. Εδώ λοιπόν αρχίζει να γεννιέται η ανάγκη αξιόπιστων υπερεθνικών θεσμών, όχι για να λύνουν απλά διαφορές μεταξύ των κρατών, αλλά για να τα αντικαταστήσουν τελείως (από τη σκοπιά την πολιτικής εξουσίας πάντα, όχι απαραίτητα σαν πολιτιστικά/θρησκευκά/φυλετικά κτλ σύνολα, πχ η Ε.Ε. είναι τέτοιος υπερεθνικός σχηματισμός ) αφού πλεόν αποτελούν αναχρονισμό και για την οικονομία και για τις ελευθερίες του ατόμου.
Περλικός Φώτης
Filed under: Φιλελευθερισμος — Φώτης Περλικός @ 8:38 pm (Διαβάστηκε 500 φορές)
ΠΕΡΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Μετά τις συνεχείς επιτυχίες της Εθνικής μας ομάδος ποδοσφαίρου έχει καταστεί «σουξέ» των τελευταίων εβδομάδων ο Εθνικός μας Ύμνος, για την ακρίβεια ο «Ύμνος εις την Ελευθερία». Άρα, έμμεσα ο περί ελευθερίας λόγος γίνεται χρονικά επίκαιρος, ενώ αν λάβουμε υπόψη ότι χρησιμοποιούμε το φιλόξενο χώρο ενός φιλελεύθερου διαδικτυακού τόπου το θέμα καθίσταται και χωρικά επίκαιρο.
Σε παλαιότερο άρθρο στον ίδιο διαδικτυακό τόπο (άρθρο: Περί Ελευθερίας) η ελευθερία περιγράφηκε ως η δυνατότητα ενός ατόμου να επιλέξει και να πραγματώσει οποιαδήποτε από τις διατιθέμενες επιλογές του, περιοριζόμενος μόνο από αντικειμενικές δυσχέρειες. Χρησιμοποιήθηκε μάλιστα το ενδιαφέρον παράδειγμα του ψαρά και της μηχανότρατας, υποδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο την ευρύτητα και την άπλα της ελευθερίας, όμως έχω την εντύπωση ότι ίσως δεν ασχολήθηκε αρκετά με τα όριά της. Και τα όριά της λοιπόν είναι εξωτερικά και εσωτερικά.
Κατ’ αρχήν εξωτερικά; Αν θυμηθούμε το γνωστό αφορισμό ότι “τα δικαιώματά μας σταματούν εκεί όπου ξεκινούν τα δικαιώματα των άλλων”. Κατ’ επέκταση και η ελευθερία μας σταματά εκεί όπου αρχίζει η ελευθερία των άλλων. Και τούτο είναι εξαιρετικά σημαντικό, διότι ο άνθρωπος δεν είναι ζώο μονήρες, αλλά ζώο κοινωνικό, αν θυμηθούμε τον Πρωταγόρα του ομώνυμου πλατωνικού διαλόγου, όχι απλά ομαδικό. Ποια η διαφορά; Μεγάλη, ο Πρωταγόρας μιλάει για την αιδώ και τη δίκη που χάρισαν οι θεοί στους ανθρώπους, ώστε η ανθρώπινη αγέλη να γίνει κοινωνία αλληλοϋποστήριξης και συνεπιβίωσης. Και το επόμενο στάδιο; Το δώρο του ορθού λόγου μετατρέπει την κοινωνία συμβίωσης σε πόλη, πολιτεία ευνομούμενη με συνεκτικούς δεσμούς πέρα και έξω από την απλή επιβίωση, παράγει ήθη, έθιμα, κοινή βιοθεωρία και κοσμοθεωρία, δημιουργεί ιδεολογία, συνολικά «Πολιτισμό». Όμως, όλα αυτά ήδη μας έφεραν στα εσωτερικά όρια που καθορίζουν την ελευθερία μας. Άλλωστε η αιδώς, η δίκη, ο ορθός λόγος αποτελούν βασικά ατομικά τάλαντα και μόνο κατ’ επέκταση μπορούν να χαρακτηρίσουν μια ολόκληρη ομάδα. Τα εσωτερικά όρια μας τα θέτει η ίδια η λογική, ο ορθός λόγος με τα υποσύνολά του, την αιδώ, τη δίκη, την ανδρεία, το ήθος, τη σωφροσύνη και όλες τις υπόλοιπες ιδιότητές του, που μας θυμίζουν λίγο τις ιδιότητες του Αγαθού κατά τον Πλάτωνα.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να επανατοποθετηθούμε στο θέμα του ορισμού της ελευθερίας. Από τη μία πλευρά έχουμε την εξωτερική ελευθερία, δηλαδή τη δυνατότητα προβληματισμού πάνω στις πολλαπλές επιλογές στα προβλήματα που διανοίγονται από την κοινή συμβίωση και ανάγκη χάραξης συναινετικών στρατηγικών στα πλαίσια μίας ορθολογικής και ευνομούμενης Πολιτείας, αλλά και τη δυνατότητα ακώλυτης συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης και εφαρμογής των αποφάσεων για την κοινή επιβίωση, εθνική ανεξαρτησία, οικονομική ανάπτυξη, προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας, ακμή της παιδείας και του πολιτισμού. Από την άλλη πλευρά υπάρχει η εσωτερική ελευθερία, η οποία σχετίζεται με την ισορροπία, με την εσωτερική μας πραγματικότητα και είναι απότοκη αυτής. Η εσωτερική αυτή ελευθερία συνδέεται λοιπόν με τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και απαρτιώνουμε την εξωτερική πραγματικότητα με βάση τις προσωπικές μας εμπειρίες, τις αντιλήψεις μας περί ορθού και λανθασμένου, περί δικαίου και αδίκου, περί δέοντος και ηθικής, αλλά και με βάση τις επιθυμίες μας, τα ένστικτά μας, τα συναισθήματά μας. Η σύνθεση των δύο αυτών συνιστωσών δημιουργεί τον πραγματικά ελεύθερο άνθρωπο, ελεύθερο μέσα από τη συνειδητοποίηση της ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας του, των καθηκόντων και των δικαιωμάτων του, ελεύθερο στην προσπάθεια προσέγγισης της αρετής ως «έλλογης βούλησης για την πραγμάτωση του ηθικού καθήκοντος» κατά τον Kant, ελεύθερο όμως και στον προσδιορισμό της μοναδικότητας της ατομικής του αρετής ως ενδιάθετης ανάγκης του και όχι ως εξωτερικά επιβαλλόμενου καταναγκασμού.
Η ελευθερία λοιπόν δεν μπορεί παρά να είναι προϊόν αυτοσυνειδησίας μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της ανθρώπινης πολιτείας, του ατομικού αυτοκαθορισμού και κοινωνικού ετεροκαθορισμού, αρμονικό συνταίριασμα του «εγώ» και του «εμείς». Ούτε το άτομο μπορεί να υπερβεί το ορθολογικό και ευνομούμενο σύνολο, ούτε το σύνολο να καταπιέσει το άτομο.
Βέβαια στην Ελλάδα που κάποτε ανεκάλυψε την έννοια της αυτοσυνειδησίας, της ελευθερίας και της ατομικής υπευθυνότητας σήμερα ποια είναι η αίσθηση της ελευθερίας που διαθέτει ο μέσος Έλληνας; Πάντως σχέση με την αυτοσυνειδησία μάλλον καμία: οι μεν οχυρώνονται πίσω από ομαδοποιήσεις τυφλές, πίσω από προγονοπληξίες, συγκεχυμένα και ξεφτισμένα ιδεολογικά λάβαρα ή θρησκόληπτους ζηλωτισμούς - οι δε, από αντίδραση, ανθίστανται σε οτιδήποτε συλλογικό, απαξιώνουν την έννοια της κοινωνίας και της πολιτείας βιώνοντας την ελευθερία ως ναρκισσιστική και εγωιστική αυτεπιβεβαίωση ή ως «ετσιθελική» ασυδοσία. Και οι δύο αυτές εκφάνσεις του προβλήματος: άρνηση προσαρμογής στην πραγματικότητα της ανοικτής κοινωνίας, η οποία απαρτίζεται από υπεύθυνους, ενσυνείδητους και εν τέλει ελεύθερους πολίτες, και νοσταλγία για την ψευτοασφάλεια και την αρυτίδωτη επιφάνεια της λίμνης-τέλματος της κλειστής κοινωνίας, των στεγανών και των στάσιμων κοινωνικών ρόλων.
Γιατί όμως άραγε συμβαίνουν όλα αυτά; Διότι δυστυχώς η αποδοχή του ορθού λόγου, και μαζί με αυτόν όλων των προϊόντων του: της Αναγέννησης, του Διαφωτισμού, της Νεωτερικότητας και της Μετα-νεωτερικότητας, υπήρξε βασικά εργαλειακή και όχι ουσιαστική και κριτική. Ο μέσος Έλληνας παραμένει σε σημαντικό βαθμό μεσαιωνικός και μανιχαϊκός στη σκέψη του, ανορθόλογος και καθ’ υπερβολήν υπερβατικός. Καρκινοβατεί μεταξύ της μεσογειακής του παράδοσης και των Ευρωπαϊκών του αντιδανείων. Αλλά αυτά χρειάζονται αναλυτικότερη έρευνα για να προκύψουν συμπεράσματα.
Filed under: Φιλελευθερισμος, Φιλοσοφια — Νίκος Κεραμάρης @ 4:12 am (Διαβάστηκε 652 φορές)
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΣΟΜΑΛΙΑΣ
Από τον Hayek, τον Nozick και τον Rothbard έως τον Proudhon, τον Kropotkin και τον Bakunin το αίτημα περιορισμού, στο βαθμό ακόμη και της πλήρους κατάργησης, της κρατικής εξουσίας έχει συζητηθεί εκτενώς σε θεωρητικό επίπεδο. Σε πρόσφατη ενημέρωσή της η Παγκόσμια Τράπεζα περιγράφει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον μοντέλο αναρχικής κοινωνίας στην πράξη. Η Σομαλία από το 1991 κι έπειτα δε διαθέτει αναγνωρισμένη κυβέρνηση. Μετά την πτώση του απολυταρχικού καθεστώτος του Siad Barre η χώρα βρέθηκε σε εμφύλιο πόλεμο. Σε αρκετές περιοχές επικρατεί τώρα ειρήνη, ωστόσο η Νότια Σομαλία δε διαθέτει αναγνωρισμένη κυβέρνηση ενώ ένας πολύ περιορισμένος κρατικός μηχανισμός λειτουργεί στα Βορειοδυτικά. Υπό αυτές τις συνθήκες η ιδιωτική πρωτοβουλία και τα φαινόμενα αυτοοργάνωσης εντυπωσίασαν με την αποτελεσματικότητα και την καινοτομία τους σε αρκετούς τομείς. Από την δική τους πλευρά, οι Σομαλοί, παρόλο που σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις φαίνεται να επιθυμούν την απόλυτη ασφάλεια των κρατικών θεσμών, δεν είναι διατεθειμένοι να αποδεκτούν μία εθνική κυβέρνηση, η οποία θα επιβάλλει φόρους στο λαό για να ξεπληρώσει το χρέος ύψους 2.7 δισεκατομμυρίων δολαρίων που κληροδότησε στη χώρα ο Siad Barre. Η ανθρώπινη ιστορία έχει άλλωστε επανειλημμένα αποδείξει πόσο αδόκιμη είναι η έννοια της «απόλυτης ασφάλειας» υπό την κρατική εξουσία.
Σε αυτό το περιβάλλον ανυπαρξίας των κρατικών δομών, ιδιωτικοί φορείς επινόησαν καινοτόμες στρατηγικές για να αντικαταστήσουν την κυβερνητική παρουσία. Αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι ότι η χώρα κατάφερε έτσι να ξεπεράσει τα γειτονικά της κράτη (ορισμένα από αυτά αρκετά ισχυρότερα οικονομικά) σε σημαντικούς τομείς όπως σε θέματα υποδομών, τηλεπικοινωνίας και παροχής ηλεκτρικού ρεύματος ενώ εμφανίζει χαμηλότερο ποσοστό εσχάτης ενδείας (ακραίας φτώχειας) από πλουσιότερες αναλογικά αφρικανικές χώρες όπως η Αιθιοπία, η Κένυα, το Καμερούν και το Κονγκό. Οι Σομαλοί επιχειρηματίες αντιστάθμισαν την έλλειψη κρατικών ρυθμίσεων με τρεις βασικές μεθόδους. Η πρώτη είναι οι «εισαγόμενες ρυθμίσεις», δηλαδή η στήριξη σε ξένους φορείς για τη διασφάλιση της σταθερότητας του νομίσματος, της ασφάλειας των αερογραμμών και του επιχειρηματικού δικαίου. Δεύτερον, αξιοποιώντας τα τοπικά δίκτυα και την φυλετική οργάνωση για την επιβολή των συμβάσεων, την διασφάλιση των πληρωμών και την περιφρούρηση της μεταβίβασης των αγαθών και των κονδυλίων. Τρίτη και πιο ενδιαφέρουσα ίσως πρακτική, υπήρξε η απλοποίηση των συναλλαγών με αποτέλεσμα την ομαλή και αποτελεσματική διεξαγωγή τους δίχως την ανάγκη παρέμβασης του κράτους, των φυλών ή της διεθνούς οικονομικής κοινότητας.
Από την άλλη μεριά οι περισσότερες προσπάθειες κρατικής παρέμβασης έχουν δώσει αποθαρρυντικά αποτελέσματα. Τα κρατικά σχολεία έχουν χαμηλότερη ποιότητα από τα ιδιωτικά. Η κρατικά επιδοτούμενη ηλεκτρική ενέργεια δεν παρέχεται στις αγροτικές περιοχές, που την έχουν ανάγκη, αλλά στα αστικά κέντρα ζημιώνοντας έτσι μια ως τώρα υγιή και αποτελεσματική ιδιωτική βιομηχανία. Ποιο τελεσφόρα κρατικά μέτρα είναι αυτά που βασίζονται στα πλεονεκτήματα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και αυτοδιαχείρισης και περιορίζονται στην υπαγόρευση του πλαισίου λειτουργίας του οικονομικού και κοινωνικού συστήματος.
Φυσικά, η Σομαλία βρίσκεται πολύ μακριά από το πρότυπο ενός αναρχοκαπιταλιστικού παραδείσου. Οι Σομαλοί βέβαια αποδεχόμενοι την ιδέα ότι πιθανότατα δεν πρόκειται να υπάρξει εθνική κυβέρνηση για πολλά χρόνια ακόμη, βρίσκουν πρωτότυπους τρόπους για να λύσουν ιδιωτικά τα προβλήματά τους. Ωστόσο, η ανυπαρξία κρατικών μηχανισμών φαίνεται σε κάποιους τομείς να έχει δημιουργήσει ελλείψεις. Ορισμένα από αυτά τα προβλήματα δεν προκαλούν έκπληξη καθώς παρόμοιες δυσκολίες έχουν αντιμετωπίσει και οι αντίστοιχες ιδιωτικοποιήσεις στη Δύση. Έτσι, έχει σημειωθεί πολύ μικρή πρόοδος στην κατασκευή των ιδιωτικών οδικών δικτύων ενώ και η προσπάθεια επίλυσης των διαφορών με τη θέσπιση ιδιωτικών δικαστηρίων, σε φυλετικό επίπεδο, για την επιβολή των παραδοσιακών νόμων της εκάστοτε φυλής εμφανίζει σημαντικά προβλήματα, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις «διαφυλετικών» αντιδικιών. Το ενδιαφέρον εδώ θα ήταν να μελετηθεί γιατί ο ευαίσθητος μηχανισμός της αγοράς δεν έχει ως τώρα παράγει μια καλή λύση και αν είναι δυνατόν αυτό να γίνει ποτέ εφικτό δίχως την επιβολή της κρατικής αρχής.
——————-
Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη την ανακοίνωση της Παγκόσμιας Τράπεζας από την παρακάτω διεύθυνση:
http://rru.worldbank.org/Documents/PapersLinks/280-nenova-harford.pdf
ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ "ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙΣ"
«Η ελευθερία είναι το μοναδικό πράγμα που δεν μπορείς να έχεις
εκτός αν είσαι πρόθυμος να το παραχωρήσεις στους άλλους.»
William Allen White
Τα πρόσφατα γεγονότα στο Birmingham της Μεγάλης Βρετανίας, που οδήγησαν στη ματαίωση του θεατρικού έργου της Σιχ συγγραφέως Gurpreet Kaur Bhatti, με τίτλο Behtzi (Ατίμωση), προς αποφυγή βίαιων επεισοδίων από «προσβεβλημένους» Σιχ, οι οποίοι δεν δίστασαν να απευθύνουν στους συντελεστές της παράστασης απειλές κατά της ζωής τους, οφείλουν να μας προβληματίσουν ιδιαίτερα καθώς δεν αποτελούν μεμονωμένο περιστατικό που αφορά την τοπική κοινωνία.
Στην παραδοσιακή ευρωπαϊκή χώρα της ανεκτικότητας, την Ολλανδία, τον περασμένο Νοέμβριο, πληροφορηθήκαμε την δολοφονία του σκηνοθέτη Theo Van Gogh, με αφορμή την ταινία του που κατηγορούσε το Ισλάμ για βίαιη συμπεριφορά προς τις γυναίκες.
Σε μια πρωτοφανή προσπάθεια πρόληψης πιθανών εστιών «προσβολής», η Ολλανδική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία συνέταξε κατάλογο με συνθήματα και σύμβολα, τα οποία απαγορεύεται να προβάλλονται στα γήπεδα της χώρας. Από την πλευρά του, ο ποδοσφαιρικός σύλλογος Άγιαξ, γνωστός για τους δεσμούς του με την εβραϊκή κοινότητα, επιχειρεί να απo-εβραιοποιήσει την ομάδα, προκειμένου να περιορίσει την αντι-εβραϊκή στάση των οπαδών των άλλων ομάδων, που έχει γίνει κάτι περισσότερο από ενοχλητική.
Τα παραπάνω γεγονότα, μικρός αριθμός μίας μακράς και αυξανόμενης λίστας, αποκτούν ιδιαίτερη σημασία στο βαθμό που δεν αφορούν τις γνωστές θεοκρατικές κοινωνίες του πνευματικού ταλιμπανισμού, αλλά αντίθετα δυτικές φιλελεύθερες κοινωνίες που παραδοσιακά διακρίνονται για την ανεκτικότητά τους.
Τίθεται λοιπόν το απλό όσο και κρίσιμο ερώτημα: Είναι δυνατό να συνδυαστεί η ελευθερία της έκφρασης με την αποφυγή της προσβολής αυτών οι οποίοι ενδεχομένως θίγονται από τα προϊόντα της ελεύθερης έκφρασης;
Η απάντηση είναι αρνητική.
Ανεκτικότητα και ηθικός σχετικισμός
Οι αμήχανες προσπάθειες συγκερασμού των παραπάνω στόχων φαίνεται να καταλήγουν σε διάφορες μορφές αυτολογοκρισίας που συχνά παίρνουν την μορφή της «πολιτικής ορθότητας» (political correctness). Στη βάση αυτών των πρακτικών εδρεύει ένας ηθικός σχετικισμός, απότοκος μίας παράξενης σύνθεσης του κλασσικού φιλελεύθερου σεβασμού στη διαφορετικότητα και ενός μεταμοντέρνου ρελατιβισμού (postmodern relativism). Ένας ηθικός σχετικισμός που απειλεί τα ίδια τα θεμέλια των σύγχρονων δημοκρατιών, καθώς εμμέσως νομιμοποιεί κάθε λογής δογματισμούς.
Ενάντια στην επικράτηση της πολιτικής ορθότητας που σαρώνει τα αμερικανικά, κυρίως, πανεπιστήμια- χώροι που θα έπρεπε να αποτελούν εστίες ανεμπόδιστης και απεριόριστης κριτικής, το αμερικανικό ίδρυμα Foundation for Individual Rights in Education (FIRE) υπερασπίζεται ακόμη και το «δικαίωμα να προσβάλεις» («Defending the right to offend», www.thefire.org).
Ένα δικαίωμα που προβάλει ο γνωστός σε όλους κωμικός ηθοποιός Rowan Atkinson («Μαύρη Οχιά», «Mr. Bean»), παίρνοντας ενεργά μέρος στην καμπάνια ενάντια στα σχέδια της κυβέρνησης Μπλερ να χαρακτηρίσει ως αδίκημα την πρόκληση θρησκευτικού μίσους. Το δικαίωμα να ασκείς κριτική στις ιδέες κάποιου χαρακτηρίζεται από τον ίδιο ως μια από τις θεμελιώδεις ελευθερίες των κοινωνιών μας.
Η πρόκληση ως άσκηση ελευθερίας
Δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι η πρόκληση υπήρξε συνειδητή επιλογή καλλιτεχνών, συγγραφέων και φιλοσόφων, ως άσκηση ελευθερίας, συνειδητής προσπάθειας διεύρυνσης των ορίων της ελευθερίας, και άρα πραγμάτωσης του φιλελεύθερου ιδεώδους της ελεύθερης επιλογής.
Αρκεί να αναλογιστεί κάποιος τα «Άνθη του Κακού» του Baudelaire, τη «Ζυστίν» του De Sade. Τα γυμνά πορτρέτα του Mannet τον 19ο αιώνα. Τα καμπαρέ των Ντανταϊστών στη Ζυρίχη των αρχών του 20ου αιώνα. Ακόμη και τα θεατρικά έργα του Αριστοφάνη. Ακόμη και την «Πάπισσα Ιωάννα» του δικού μας Εμμ. Ροΐδη. Σε τι στόχευαν οι δημιουργοί τους, και σε τι συνίσταται μέρος της καλλιτεχνικής τους αξίας, εάν όχι στη συμβολική αντιπαράθεση με τις δυνάμεις της πουριτανικής ηθικολογίας, της στενομυαλιάς και του πολιτικού αυταρχισμού;
Ο πλουραλισμός των αξιών και η ενότητα στη διαφορετικότητα
Ας θυμηθούμε τον Isaiah Berlin, ο ποίος επισήμανε ότι, το βασικό χαρακτηριστικό των ανθρώπινων κοινωνιών είναι η σύγκρουση συμφερόντων και όχι η αυτόματη συναίνεση και συμφωνία. Τα άτομα καλούνται να επιλέξουν συχνά ανάμεσα σε αντικρουόμενες αξίες, πολλές φορές αξίες που οι ίδιοι αποδέχονται.
Από την άλλη πλευρά, η συμφωνία δεν μπορεί να είναι επιβαλλόμενη. Άλλωστε, ο ομοιομορφισμός (uniformitarianism) υπήρξε πάντοτε γνώρισμα των κλειστών κοινωνιών και των αυταρχικών καθεστώτων.
Για τον Berlin το ιδεώδες της φιλελεύθερης κοινωνίας πραγματώνει αυτό που ο ίδιος ονόμαζε «πλουραλισμό αξιών» (value pluralism), που δεν πρέπει να συγχέεται με τον ηθικό σχετικισμό, αλλά εκφράζει μια πολυαρχία χωρίς συγκεκριμένη ιεράρχηση.
Στις σύγχρονες πολύ-πολιτισμικές κοινωνίες, όπου ενυπάρχουν διαφορετικές και συχνά αντίθετες ιδέες, αξίες και κουλτούρες, η μόνη λειτουργική πρόταση στο πρόβλημα της αρμονικής συνύπαρξης δεν μπορεί παρά να είναι η ενότητα στη διαφορετικότητα.
Σύμφωνα με τον Berlin, είμαστε καταδικασμένοι να επιλέγουμε και αυτή η επιλογή αποτελεί την ουσία της ελευθερίας. Χρησιμοποιεί τη λέξη «καταδικασμένοι» καθώς γνωρίζει την έμφυτη (;) ροπή του ανθρώπου στις βεβαιότητες, στις παραδοχές. Ο Aldus Huxley συνήθιζε να λέει ότι τα βάσανα του ανθρώπου αρχίζουν από τη στιγμή που βρίσκεται ελεύθερος. Και ο Βολτέρος πίστευε πως, «η αβεβαιότητα είναι δυσάρεστη υπόθεση, η βεβαιότητα είναι όμως ηλιθιότητα». Διόλου τυχαία λοιπόν η στενή σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον ιδεολογικό δογματισμό και τον συντηρητικό πατερναλισμό.
Τα όρια της ευθιξίας
Ο Βολταίρος μοιάζει να μας προσφέρει και μια λειτουργική λύση στο ζήτημα της ελευθερίας του λόγου και της προσβολής αυτών στους οποίους απευθύνεται.
Λέγεται πως κάποτε αυτός ο σπουδαίος φιλόσοφος, και υπέρμαχος της ανεκτικότητας, συνάντησε τον τοπικό αβά και πρόθυμα τον χαιρέτησε. Ο αβάς απορημένος ρώτησε: «Ώστε λοιπόν μιλάμε στον Κύριο;». Και ο Βολταίρος απάντησε ότι, «με τον Κύριο χαιρετιόμαστε αλλά δεν μιλιόμαστε».
Σφοδρή επίθεση λοιπόν στις ιδέες των ατόμων, απόλυτος σεβασμός όμως στην αξιοπρέπεια της προσωπικότητάς τους.
Αποτελεί πραγματικά προσβολή σε ανθρώπους όπως ο Βολτέρος, αλλά και σε νεώτερους όπως ο Salman Rushdie, ο σημερινός συμβιβασμός μας στα κελεύσματα του επιθετικού δογματισμού, η υποχώρηση του Ορθού Λόγου μπροστά στις άναρθρες κραυγές της αλαζονικής αμάθειας. Και είναι αλήθεια θλιβερό οι δυτικές κοινωνίες να καλούνται να υπερασπιστούν εκ νέου τον Διαφωτισμό, δύο αιώνες μετά από την υποτιθέμενη επικράτησή του. Και αυτή τη φορά όχι από τους διακηρυγμένους εχθρούς του, αλλά από τους υποτιθέμενους υποστηρικτές του.
www.libertatia.blogspot.com
Filed under: Φιλελευθερισμος, Φιλοσοφια — Δημήτρης Σκάλκος @ 3:14 pm (Διαβάστηκε 703 φορές)
ΤΟ ΡΟΘΜΠΑΡΝΤΙΑΝΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Παρουσίαση Βιβλίου Rothbard
«Τι έκανε η κυβέρνηση στα Χρήματά μας;»
Βιβλιοπωλείο εκδόσεων «Πατάκη», 22 Φεβρουαρίου 2005
1. H ζωή και το έργο του Murray Rothbard
Το βιβλίο που κρατώ στα χέρια μου- και που πραγματικά ελπίζω να το έχετε και εσείς στα δικά σας αφήνοντας σήμερα το φιλόξενο χώρο των εκδόσεων «Πατάκη»- αποτέλεσε στην εποχή της πρώτης έκδοσής του, το 1963, μεγάλη εκδοτική επιτυχία. Πρόκειται για ένα από τα πλέον γνωστά και πολυμεταφρασμένα έργα του συγγραφέα που απεβίωσε πριν από δέκα χρόνια. Παρά το γεγονός πως καταπιάνεται με ένα ειδικό ζήτημα οικονομικής πολιτικής, εντάσσεται σε μία ευρύτερη θεώρηση, πρωτότυπη και ρηξικέλευθη αναφορικά με το κράτος και την οικονομία, μα και τις σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στο κράτος και τον πολίτη.
Συχνά, αναφερόμενοι σε μια οικονομία ασχολούμαστε με έννοιες όπως, η ανταγωνιστικότητα, οι επενδύσεις, η φορολογία, κ.λπ., παραγνωρίζοντας, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, το ρόλο του χρήματος. Ο John Stuart Mill έλεγε πως, «δεν μπορεί να υπάρξει εσωτερικά πιο ασαφές πράγμα στην οικονομία μιας κοινωνίας από το χρήμα. Είναι ένα εργαλείο για να γίνεται γρήγορα και άνετα αυτό που θα γινόταν, αλλά περισσότερο γρήγορα και άνετα απ’ ότι θα γινόταν χωρίς αυτό. Και όπως πολλά άλλα είδη εργαλείων, αυτό ασκεί μία ξεχωριστή και ανεξάρτητη επιρροή όταν χαλάσει». Στο ίδιο μήκος κύματος ο οικονομολόγος John Maynard Keynes έγραψε ότι, «δεν υπάρχει πιο σίγουρο μέσο ανατροπής της υπάρχουσας βάσης μιας κοινωνίας από το να κακομεταχειριστείς το νόμισμα. Αυτή η διαδικασία δεσμεύει όλες τις κρυμμένες δυνάμεις της οικονομίας, και το κάνει με τέτοιο τρόπο που κανείς άνθρωπος στο εκατομμύριο δεν μπορεί να διαγνώσει».
Αυτόν ακριβώς τον ρόλο του χρήματος προσεγγίζει ο M. Rothbard. Στις 154 σελίδες αυτού του μικρού και περιεκτικού βιβλίου αναλύεται, με απλό, όχι όμως και απλοϊκό, τρόπο η χρήση της νομισματικής πολιτικής ως μέσο ισχυροποίησης των οικονομικών εξουσιών του κρατικού Λεβιάθαν. Συνοπτικά η κεντρική ιδέα του έργου είναι η εξής: Το μονοπώλιο του χρήματος από τις κυβερνήσεις διευκολύνει την κρατική επέκταση στην οικονομική σφαίρα, μέσα από την χρηματοδότηση των ελλειμμάτων και το πληθωριστικό χρήμα, την αναδιανομή του εισοδήματος, και ουσιαστικά τον περιορισμό των οικονομικών ελευθεριών από τα τραπεζικά καρτέλ.
Ο συγγραφέας δίδαξε στο μεγαλύτερο μέρος της ακαδημαϊκής του καριέρας στο New York Polytechnic. Μαθητής του Ludwig von Mises, του θεμελιωτή, μαζί με τον Carl Menger, της περίφημης Αυστριακής Σχολής των Οικονομικών, εφάρμοσε τη μεθοδολογία της «πραξεολογίας» (praxeology). Η Αυστριακή Σχολή των Οικονομικών επιχείρησε να μεταφέρει στο πεδίο της οικονομικής επιστήμης την μεθοδολογία της πραξεολογίας των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων και των αναζητήσεων τους για μία «ηθική της ευδαιμονίας». Στοιχεία αυτής της φιλοσοφικής προσέγγισης βρίσκουμε στα «Ηθικά Νικομάχεια» του Αριστοτέλη, στον «Πρωταγόρα» και τον «Ίππαρχο» του Πλάτωνα. Αρκετούς αιώνες αργότερα συναντούμε στοιχεία αυτής της προσέγγισης στον Θωμά Ακινάτη, αλλά και στο έργο του Βιτγκενστάιν καθώς και στον σπουδαίο Βρετανό συντηρητικό φιλόσοφο Michael Oakeshott.
Προς αποφυγή απορημένων βλεμμάτων θα περιοριστώ να αναφέρω ότι, η πραξεολογία μπορεί να οριστεί ως η μελέτη των λογικών συνεπειών των προτιμήσεων και των επιλογών (choices) των ατόμων, των a priori συνιστωσών της Δράσης (Action). Με άλλα λόγια, τα άτομα κινούνται προς προκαθορισμένους στόχους, επιδιώκουν συγκεκριμένους σκοπούς (ends) και δεν λειτουργούν αντανακλαστικά, εν είδη αυτοματισμών.
Από αυτό το βασικό αξίωμα της Σχολής, προκύπτουν μία σειρά από δευτερεύουσες παραδοχές, από τις οποίες συγκρατούμε ότι τα άτομα εμφανίζουν ποικιλία στόχων/ σκοπών καθώς και ότι δεν δρουν συλλογικά οι «ομάδες» (groups) αλλά τα άτομα που τις συναπαρτίζουν. Έτσι, δεν είναι τα «εθνικά κράτη», οι «κυβερνήσεις», για παράδειγμα, που δρουν στο χώρο της οικονομίας ή της εξωτερικής πολιτικής, αλλά τα συγκεκριμένα άτομα που βρίσκονται στα κέντρα λήψης των αποφάσεων.
Διόλου τυχαία λοιπόν, η σχολή των Αυστριακών Οικονομικών (Austrian Economics) υιοθέτησε τον μεθοδολογικό ατομικισμό (methodological individualism) για την προσέγγιση των κοινωνικο-οικονομικών φαινομένων.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Rothbard ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη μελέτη των οικονομικών κύκλων, τη φορολογία, τα μονοπώλια, τη νομισματική πολιτική και την οικονομική ιστορία. Υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας καθώς εξέδωσε είκοσι οκτώ βιβλία και πάμπολλα άρθρα. Φημολογείται πως σε στιγμές πνευματικής παραγωγικότητας έγραφε οκτώ σελίδες την ώρα. Οι μελέτες του αυτές τον ανέδειξαν ως ένα από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της φιλελεύθερης οικονομικής σκέψης. Στα κυριότερα έργα του περιλαμβάνονται τα Man, Economy and the State (1962), America’s Great Depression (1963), Power and the Market (1970).
2. Νομισματική πολιτική και κρατικός έλεγχος
Ο Rothbard υπήρξε ένας από τους γνωστότερους προπαγανδιστές του κανόνα του χρυσού (gold standard) στις διεθνείς συναλλαγές. Για τον Rothbard η κλασσική περίοδος της εφαρμογής του κανόνα του χρυσού) χαρακτηρίζεται ως η Χρυσή Εποχή για το διεθνές εμπόριο, το οποίο επωφελούμενο από τη νομισματική τάξη και τις σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες που επέφερε ο κανόνας του χρυσού οδήγησε σε οικονομική ευημερία. Στο αιρετικό έργο του «Η Μεγάλη Ύφεση της Αμερικής» (America’s Great Depression- 1963), εφαρμόζοντας την θεωρία του δασκάλου του Mises για τους οικονομικούς κύκλους, κατέδειξε ότι η περίφημη κρίση του 1929 προκλήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την επεκτατική πιστωτική πολιτική του Ομοσπονδιακού Αποθεματικού (Federal Reserve).
Αναφορικά με την καταστροφική κρατική παρέμβαση στο χώρο του χρήματος δίνω μόνο ένα παράδειγμα: 1 αμερικανικό δολάριο το 1901 αντιστοιχούσε σε 1,5$ το 1801 (σε μια περίοδο ελεύθερων νομισματικών αγορών), 1$ το 2001 αντιστοιχούσε σε μόλις 5 σεντς το 1901 (σε μια περίοδο που ο κανόνας το χρυσού εγκαταλείφθηκε). Με παραστατικό τρόπο, ο George Smith μας καλεί να φανταστούμε την κρατική παρέμβαση στην αγορά του χρήματος ως ένα κλέφτη που κλέβει τα χρήματά μας χωρίς αυτά να φεύγουν από τα χέρια μας- αφαιρώντας δηλαδή την αξία τους.
Και είναι απόλυτα λογικό. Στο βαθμό που η διατήρηση του διεθνούς πιστωτικού συστήματος εξαρτάται από την δεδομένη πολιτική ηγεμονία και την στήριξή του (Robert Gilpin), τα κράτη βρίσκονται μπροστά στον πειρασμό να χρησιμοποιήσουν το διεθνές πιστωτικό σύστημα για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους.
Είναι προφανές πως, είναι ουτοπικό να καλούμε για μία επιστροφή στον κανόνα του χρυσού στις διεθνείς συναλλαγές, αυτό το «βαρβαρικό κατάλοιπο», κατά την έκφραση του Keynes. Ωστόσο, η επίκληση του τρόπου λειτουργίας του κατά το παρελθόν, βοηθά να διαφανούν οι μορφές της πολιτικής εκμετάλλευσης του νομίσματος και η αναγκαιότητα υιοθέτησης μιας περισσότερο ορθολογικής-οικονομικής οργάνωσης του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος. Σε αυτό, ο κ. Ευαγγελόπουλος μπορεί να αναφερθεί με επάρκεια. Από την πλευρά μου, προσεγγίζω περισσότερο την συνάρθρωση της οικονομικής θεωρίας με την πολιτική και ηθική σκέψη του συγγραφέα, σε αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ροθμπαρντιανό σύστημα ελευθερίας».
Ο αναγνώστης που θα περιοριστεί σε μια πρώτη ανάγνωση του έργου και δεν γνωρίζει τις διαφορετικές παραμέτρους που συγκροτούν τη σκέψη του Murray Rothbard, είναι πιθανό να σχηματίσει την παραπλανητική και ως εκ τούτου λανθασμένη αντίληψη πως πρόκειται για μια τεχνική, αυστηρά οικονομική μελέτη νομισματικής πολιτικής με περιορισμένο ίσως ενδιαφέρον για τους μη ειδικούς αναγνώστες. Για τους γνωρίζοντες στοιχειώδη οικονομικά, μοιάζει απλά να εντάσσεται στη γνωστή σχολή του μονεταρισμού (Milton Friedman, Chicago boys, κ.ά.) και στις διάφορες θεωρίες για τις στρεβλώσεις που προκαλεί η κρατική παρέμβαση στις αγορές μέσα από τον έλεγχο του χρήματος.
Ωστόσο, αυτή η αντίληψη απέχει σημαντικά από την πραγματικότητα. Η υποστήριξη του Rothbard στις ελεύθερες αγορές και τον καπιταλισμό δεν εδραζόταν αποκλειστικά σε κριτήρια οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικού ωφελιμισμού, όπως οι μονεταριστές φιλελεύθεροι οικονομολόγοι, αλλά πρωτίστως στην Ηθική. Υπό αυτό το πρίσμα, ο χρυσός είναι πρώτιστα το νόμισμα της Ελευθερίας. Για τον συγγραφέα ο κρατικός έλεγχος στην αγορά του νομίσματος είναι ανεπιθύμητος, όχι μόνο γιατί οδηγεί σε διεθνείς οικονομικές κρίσεις και περιορίζει την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου, αλλά και γιατί ουσιαστικά φαλκιδεύει τις ατομικές ελευθερίες.
3. Το έργο του M. Rothbard- Ένα ολοκληρωμένο σύστημα ελευθερίας
Αυτή η ηθική, φυσικοδικαιική προσέγγιση των οικονομικών ζητημάτων απομάκρυνε τον Rothbard από την σφαίρα των οικονομικών Έτσι, αναπόφευκτα ασχολήθηκε με την πολιτική θεωρία, όπου ακολουθώντας την αριστοτελική οντολογία και τη θωμιστική (Thomist) θεωρία των φυσικών δικαιωμάτων, υπήρξε υπέρμαχος της ενότητας των φυσικών και κοινωνικών επιστημών, κατά το πρότυπο του «Ανθρώπου της Αναγέννησης», και αντίθετος με τον επιστημονισμό (scientism), και επιχείρησε την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος της Ελευθερίας μέσα από την επιστημονική θεμελίωσή του. Είναι ενδεικτικό πως ανέφερε συχνά την περίφημη φράση του Adam Smith πως, «φιλελεύθερος είναι όποιος πιστεύει στο φυσικό σύστημα της ελευθερίας». Τα σημαντικά έργα του For A New Liberty (1973) και The Ethics of Liberty (1982) αντικατοπτρίζουν το φιλόδοξο εγχείρημά του.
Ειδικότερα η «Ηθική Της Ελευθερίας» (Ethics of Liberty) αποτέλεσε την ηθική υπεράσπισή του. Έγραφε χαρακτηριστικά: «Η ελευθερία του ατόμου είναι όχι μόνο ένας σπουδαίος ηθικός σκοπός αφ’ εαυτού, αλλά και η αναγκαία προϋπόθεση για την άνθηση όλων των άλλων αγαθών που η ανθρωπότητα επιδοκιμάζει: οι αρετές, οι τέχνες και οι επιστήμες, η οικονομική ευημερία, ολόκληρος ο πολιτισμός. Από την Ελευθερία πηγάζουν όλες οι δόξες της πολιτισμένης ζωής».
Είναι ενδεικτικό ότι ταυτίζει τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα (property rights) με τα ανθρώπινα δικαιώματα (human rights), όπως γίνεται φανερό από το έργο του “Human Rights Are Property Rights” (1959). Αυτή η ταύτιση των πολιτειακών δικαιωμάτων (civil rights) με τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα (property rights) από τον Rothbard, αποκτά επίκαιρη σημασία καθώς στις μέρες μας αναπτύσσονται διάφορες θεωρίες γύρω από τη δυνατότητα άρθρωσης μιας κοινωνίας των πολιτών χωρίς την αγορά. Η σημασία που αποδίδει ο Rothbard στα ιδιοκτησιακά δικαιώματα σήμερα μοιάζει να επιβεβαιώνεται και από τις μελέτες στο χώρο της εξελικτικής ψυχολογίας (evolutionary psychology), όπου καταδεικνύεται ότι δεν προέρχονται από τις βουλές του νομοθέτη (παρά μόνο η κατοχύρωσή τους), αλλά αντίθετα υπάρχει μια προδιάθεση που έχει καλλιεργηθεί στο πέρασμα των αιώνων στον Άνθρωπο να κάνει αρνητικές ηθικές κρίσεις για τις παραβιάσεις που αφορούν στην ιδιοκτησία.
4. Μία επίκαιρη στρατηγική για τον Φιλελευθερισμό
Ο Rothbard πέρα από πολυγραφότατος ακαδημαϊκός υπήρξε πρότυπο του ακτιβιστή διανοούμενου που πασχίζει να δει τις ιδέες του να υλοποιούνται. Προβληματισμένος αναφορικά με την κυριαρχία του κρατισμού στην αμερικανική κοινωνία, απέδιδε την περιορισμένη εμβέλεια των φιλελεύθερων ιδεών στην ύπαρξη μιας «λανθασμένης συνείδησης» (false consciousness) στο κοινωνικό σώμα, κάτι αντίστοιχο με την «ιδεολογική ηγεμονία» του ιταλού μαρξιστή Antonio Gramsci, η οποία λειτουργεί ως φίλτρο που παρεμποδίζει την πρόσληψη των βασικών αρχών της Ελευθερίας. Συνήθιζε να λέει πως οι μαρξιστές αφιερώνουν το 90% του χρόνου τους στη στρατηγική και μόλις το 10% στη θεωρία, ενώ οι φιλελεύθεροι κάνουν το αντίστροφο.
Για το λόγο αυτό αφιέρωσε μεγάλο μέρος του χρόνου και της εργασίας του στη διάδοση των φιλελεύθερων ιδεών. Συνέδραμε στην ίδρυση του Libertarian Party των ΗΠΑ και στην ίδρυση ινστιτούτων πολιτικής σκέψης (όπως το Mises Institute και το Centre for Libertarian Studies). Υπήρξε συν-εκδότης μεγάλου αριθμού αξιόλογων περιοδικών επιθεωρήσεων, όπως οι The Journal of Libertarian Studies, Review of Austrian Economics και Free Market, ενώ συνέγραψε εκατοντάδες άρθρα και έδωσε αμέτρητες διαλέξεις.
Έτσι, εναντιώθηκε στη «μεικτή οικονομία» (mixed economy), στη συναίνεση με τον υφέρποντα κρατισμό (creeping statism) του κοινωνικού κράτους (Welfare State) της σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και τον συγκεντρωτισμό του συντηρητικού χώρου. Μάλιστα, εναντιώθηκε στην άποψη ότι ο Herbert Hoover ήταν υπέρμαχος του laissez-faire, υποστηρίζοντας πως ήταν πρόωρος οπαδός του New Deal.
Σε αυτή τη βάση, συνεπής προς τον ριζοσπαστισμό και την ασυμβίβαστη στάσή του, απέρριπτε σε επίπεδο αρχών το «ελάχιστο κράτος» (minimal state) και δεν δίστασε να ασκήσει κριτική σε σπουδαίους φιλελεύθερους διανοητές, όπως οι Milton Friedman, James Buchanan και Ronald Coase, αλλά κι’ αυτόν ακόμη τον Friedrich Hayek, κατηγορώντας τους συχνά για συμβιβασμό με σοσιαλιστικές ιδέες. Οι απόψεις του συχνά τον έφεραν κοντά στον ατομικιστικό αναρχισμό και τον αναρχοκαπιταλισμό, όπου στάθηκε μεγάλη επιρροή για τους εκπροσώπους της σχολής, όπως ο David Friedman.
Αυτό που είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι, ο Rothbard στην αναζήτησή του για τους ευνοϊκούς όρους πραγμάτωσης των ιδεωδών της Ελευθερίας, υπήρξε αντιδογματικός και ευέλικτος, δεκτικός σε νέες ιδέες και προτάσεις. Είναι χαρακτηριστικό πως, εξέδωσε την δεκαετία του ΄60 την βραχύβια), πλην όμως αξιόλογη, επιθεώρηση «Αριστερά & Δεξιά» (Left and Right) ως χώρου σύνθεσης και ανάδειξης των εκλεκτικών συγγενειών της φιλελεύθερης Δεξιάς με την ατομοκεντρική, αντι-μονοπωλιακή και αντι-γραφειοκρατική Νέα Αριστερά (New Left) της εποχής και την προτίμηση της στους «παράλληλους θεσμούς» (parallel institutions).
Σήμερα με τον κρατισμό να αδυνατεί να δώσει απαντήσεις στα σύγχρονα ζητήματα, κατά τρόπο αντίστοιχο με τα αδιέξοδα της «Μεγάλης Κοινωνίας» (Great Society) του Lyndon Johnson, αναπτύσσεται ένα ρεύμα ιδεών στην κατεύθυνση της διαμόρφωσης ενός φιλελεύθερου σοσιαλισμού, με στόχο την αναζήτηση μη κρατικών τρόπων πραγμάτωσης του διαχρονικού αιτήματος της δικαιοσύνης και του συγκερασμού της αλληλεγγύης και των αγορών, μέσα από τα οργανωτικά πρότυπα της συμμετοχικής δημοκρατίας (participatory democracy) και τους θεσμούς της κοινωνίας των πολιτών (civil society). Σε αυτή τη συζήτηση ο Rothbard σίγουρα θα συμμετείχε με ενθουσιασμό.
Στις μέρες μας, υπό τη σκιά των διεθνών εξελίξεων, η σκέψη του γίνεται ξανά επίκαιρη. Όχι μόνο αναφορικά με τις νομισματικές κρίσεις των προηγούμενων ετών υπό το καθεστώς των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών, αλλά και της χρηματοδότησης της πολεμικής μηχανής των ΗΠΑ. Έτσι, τολμούμε να ισχυριστούμε πως σήμερα ο Ρόθμπαρντ θα ήταν σφοδρός πολέμιος της πολιτικής Μπους και της κυριαρχίας των νέο-συντηρητικών, τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ με την περιστολή των ατομικών ελευθεριών στο πλαίσιο των αντιτρομοκρατικών μέτρων και την αύξηση των δημοσίων δαπανών (όχι μόνο των αμυντικών) όσο και στο εξωτερικό με τη μιλιταριστική προβολή δογματικών ιδεών και την περιφρόνηση του φιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού. Ο Ρόθμπαρντ πίστευε ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν εγκαταλείψει τις ιδρυτικές αρχές τους και καλούσε σε μια επιστροφή στον κλασσικό αμερικανικό φιλελευθερισμό του Τόμας Τζέφερσον και του Τόμας Πέιν, καθώς και της επονομαζόμενης Παλαιάς Δεξιάς (Old Right), του χαλαρού συνασπισμού προσωπικοτήτων που αντιπαρατέθηκε στο New Deal και την εξωτερική πολιτική του Ρούσβελτ.
5. Αντί Επιλόγου
Δυστυχώς, στη χώρα μας το έργο του Ρόθμπαρντ, όπως άλλωστε και άλλων φιλελεύθερων στοχαστών, παραμένει τραγικά άγνωστο. Την προσπάθεια διάρρηξης αυτού του πέπλου της διανοητικής άγνοιας έρχεται να ενισχύσει ένας σχετικά νέος εκδοτικός οίκος, οι εκδόσεις «Ελάτη», που ανέλαβαν με τη συνεργασία του «Δικτύου Ελευθερίας» το, ομολογουμένως επιτυχημένο, εγχείρημα της κυκλοφορίας του βιβλίου αυτού. Ήδη, οι εκδόσεις «Ελάτη» μας έχουν προσφέρει έργα, όπως την «Ανίερη Συμμαχία» του Τάκη Μίχα και το «Ο Ρόλος της Ρωσίας στην Παγκόσμια Ιστορία» του Marshall Poe. Ελπίζω πως η προσπάθεια αυτή θα έχει συνέχεια και ότι η σχετική βιβλιογραφία θα συνεχίσει να εμπλουτίζεται με νέους τίτλους.
Εάν με ρωτούσατε για το ποια έκδοση αντιπροσωπεύει καλύτερα την σκέψη του Rothbard θα σας πρότεινα την «Ηθική της Ελευθερίας» (The Ethics of Liberty). Ακόμη, ελκυστικό έργο αποτελεί η βιογραφία του με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ένας Εχθρός του Κράτους- Η ζωή του Μάρεϊ Ρόθμπαρντ» (An Enemy of the State: The Life of Murray Rotbard- 2000), από τον γνωστό Αμερικανό ακτιβιστή Justin Raimondo. Και για τα δύο αυτά έργα, αναζητούνται θαρραλέοι εκδότες και σκεπτόμενοι αναγνώστες για τη γνωριμία του με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Μέχρι τότε, το βιβλίο «Τι Έκανε η Κυβέρνηση στα Χρήματά μας;» αποτελεί πραγματικά μία καλή εισαγωγή με την προβληματική του Rothbard, που σίγουρα θα αποτελέσει το έναυσμα για την βαθύτερη ενασχόληση με το πολυσχιδές έργο του.
Ο Milan Kundera έγραψε πως την περίοδο της κυριαρχίας του κομμουνιστικού καθεστώτος, «τίποτε δεν γραφόταν και τα πάντα είχαν σημασία. Σήμερα τα πάντα γράφονται και τίποτε δεν έχει σημασία». Πραγματικά στη σημερινή Ελλάδα της πελώριας βιβλιοπαραγωγής (όχι όμως και βιβλιοανάγνωσης), όπου, ειδικά στο χώρο των κοινωνικών επιστημών, χιλιάδες επί χιλιάδων σελίδων τυπώνονται με μοναδικό σκοπό την αναπαραγωγή της διανοητικής αλαζονείας και του ιδεολογικού δογματισμού της, σε μεγάλο βαθμό, κρατικοδίαιτης εγχώριας ιντελιγκέντσιας, και προσφέρονται σε ένα κοινό που αναζητά στηρίγματα για τις βεβαιότητές του (αντί να τις αμφισβητεί), λίγα βιβλία μπορούν να κάνουν τη διαφορά προσφέροντας πραγματικά κάτι το διαφορετικό. Το βιβλίο του Rothbard «Τι Έκανε η Κυβέρνηση στα Χρήματά μας;» είναι ένα από αυτά.
Filed under: Φιλελευθερισμος, Οικονομικα, Βιβλιοκριτικες — Δημήτρης Σκάλκος @ 3:19 pm (Διαβάστηκε 720 φορές)
Permalink TrackBack
1 Comment »
1.
[…] Ο αριστερός νομπελίστας οικονομολόγος Amartya Sen ορθά επισημαίνει την κοινωνική διάσταση στο έργο του θεμελιωτή του οικονομικού φιλελευθερισμού Adam Smith. Ο γνωστός αμερικανός αναρχο-φιλελεύθερος οικονομολόγος Murray Rothbard, στο βιβλίο του Economic Thought Before Adam Smith (1995), προχωρά περισσότερο υποστηρίζοντας πως, «στο Πλούτο των Εθνών, το laissez faire αποτελεί περισσότερο μία τεκμηριωμένη υπόθεση παρά έναν άκαμπτο και άμεσο κανόνα, και η φυσική τάξη είναι ατελής και πρέπει να ακολουθείται μόνο στις “περισσότερες των περιπτώσεων”. Πραγματικά, ο κατάλογος των εξαιρέσεων του Smith στο laissez faire είναι εντυπωσιακά μακρύς». […]
Pingback by e-rooster.gr » Ο Μπαμπούλας του Νεοφιλελευθερισμού — 9 July, 2006 @ 10:53 am
ΜΠΟΡΕΙ Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΝΑ ΠΡΟΩΘΗΣΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΩΣ?
H πρόβλεψη είναι πάντα επικίνδυνη στις κοινωνικές επιστήμες. Η κοινωνία, ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν υπακούει αυστηρά σε σιδερένιους νόμους αλλά ακολουθεί σε δοσμένες ιστορικές στιγμές πολυποίκιλες και συχνά απρόβλέπτες διαδρομές. Ακόμα κι έτσι όμως, οι πεσιμιστικές προβλέψεις του αξιότιμου κυρίου Χάντιγκτον για το μέλλον της δημοκρατίας τη δεκαετία του ‘80 μπορούν άνετα να θεωρηθούν από τις πιο άστοχες εκτιμήσεις για έναν κοινωνιολόγο. Ο εν λόγω επιστήμονας στα 1984 δεν δίστασε να συμπεράνει ότι οι προοπτικές για τη διάδοση της δημοκρατίας σε μη δημοκρατικές κοινωνίες είναι αποθαρρυντικά ελάχιστες.
Ο Χάντιγκτον βέβαια δεν ήταν ο μόνος που αμφισβητούσε την ελαστικότητα και τη βιωσιμότητα του δημοκρατικού πολιτεύματος . Περισσότερο εξέφραζε ένα (νεο)συντηρητικό ιδεολογικό ρεύμα που είχε αρχίσει να στερεοποιείται εκείνη την εποχή στην αμερικανική πολιτική σκηνή, μια δυσπιστία απέναντι στις ενδογενείς φιλελεύθερες δυνάμεις των μη-δυτικών κοινωνιών και τις αυτοφυείς δυνατότητες τους για εκδημοκρατισμό. Λίγα χρόνια αργότερα επιβεβαίωσε τον προεξάρχοντα ρόλο του στην αντιδραστική πνευματική πρωτοπορία, όταν εξήγαγε το ¨νόμο¨ της σύγκρουσης των πολιτισμών αποσπώντας (με “τσεκουριές” ,όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο Εμμάνιουελ Τοντ) κάποιες ιδέες του μεγάλου στοχαστή Όσβαλντ Σπένγκλερ…
Ο συντηρητισμός του Χάντιγκτον, σχεδόν εγγενής στην πολιτική του φύση, δεν του επιτρέπει να συλλάβει πλήρως τους εσώτερους οργανικούς δεσμούς που συνδέουν οικονομικές, ιστορικές και πολιτικές δυνάμεις. Αλλά η διερώτηση για το πεπρωμένο της δημοκρατίας παραμένει. Αν θέλουμε να φτάσουμε σ΄ενα συμπέρασμα θα πρέπει να διερευνήσουμε συγκεκριμένα ζητήματα…ποιο οικονομικό σύστημα μπορεί στη δοσμένη ιστορική συγκυρία να εξασφαλίσει ένα ελεύθερο και δημοκρατικό κοινωνικό περιβάλλον; Και περαιτέρω… είναι η δημοκρατία τελικά ο φορέας της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας; Υπόσχονται οι δημοκρατικοί θεσμοί καλύτερη οικονομική αποδοτικότητα άρα και περισσότερες πιθανότητες για ευημερία; Χειρότερη; ίδια με εκείνη των εξουσιαστικών κοινωνιών; Αυτά τα ερωτήματα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον κυρίως για τις υπανάπτυκτες και αναπτυσσόμενες χώρες που αποπειρώνται το βήμα από τον ολοκληρωτισμό στη δημοκρατική αναγέννηση.
Υφίσταται μια ενδογενής ομοιότητα ανάμεσα στα δημοκρατικά και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα καθώς η πολιτική δημοκρατία είναι ο καλύτερος εγγυητής για την προστασία των τελευταίων και αντιστρόφως.
Η Ιστορία, διδάσκει ότι σε δεδομένες στιγμές οι δημοκρατικοί θεσμοί μπορούν να προωθήσουν καταστροφικές οικονομικές πολιτικές και να δώσουν το υπόβαθρο για έναν γενικό αναπτυξιακό μαρασμό. Η δημαγωγία των πολιτικών και οι κοντόθωρες εκτιμήσεις των ψηφοφόρων μπορούν συχνά να παράγουν ένα μείγμα εκρηκτικό για τις οικονομίες των εκάστοτε κοινωνιών. Από την άλλη ο καπιταλισμός απαιτεί νομικά θεσπισμένους, αναπαλλοτρίωτους κώδικες λειτουργίας και κρατικά αναγνωρισμένα δικαιώματα για να λειτουργήσει ομαλά. Η ιδιοκτησία, θεμέλιο και πυρήνας της ελεύθερης οικονομίας πόρρω απέχει από τη φιλοσοφία των συλλογικών αποφάσεων και την αρχή της πλειοψηφίας. Από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία είναι ίσως ο μόνος γνωστός θεσμός πλήρους αυτοκυβέρνησης καθώς μέσα στα όρια της το άτομο είναι ολότελα ανεξάρτητο από τη θέληση του άλλου, τη βία της εξουσίας και τις προσταγές της “κοινωνικής βούλησης¨.
Ακολουθώντας αυτήν τη συλλογιστική πορεία πολλοί φιλόσοφοι έκαναν ένα αμφίβολης αξίας φιλοσοφικό άλμα: διαχώρισαν τη δημοκρατία από τον ελευθεριακό καπιταλισμό, τα πολιτικά από τα αστικά δικαιώματα, σαν αυτές οι ελευθερίες να μην ¨ανήκαν¨ με τρόπο αδιαχώριστο στα ίδια πρόσωπα. Η αλήθεια είναι ότι φαινομενικά μια τέτοια άποψη μπορεί να θεωρηθεί βάσιμη. Δημοφιλείς ηγέτες σαν τον Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή προχώρησαν σε αυθαίρετες απαλλοτριώσεις ατομικών ιδιοκτησιών και οι επίγονοι τους, συγκεκριμένα ο στρατηγός Πινοσέτ, συμφώνησαν να υποστηρίξουν πλήρως την “ιδιοκτησία” σε καθεστώς πλήρους ανελευθερίας. Κατά την οπτική αυτή λοιπόν δεν υφίσταται σχεδόν κανένας δεσμός ανάμεσα στην πολιτική ανεξαρτησία και την οικονομική.
Αλλά αν είναι όντως έτσι, τότε πώς μπορεί να ερμηνεύσει κανείς τις αντιδημοκρατικές πολιτικές του Αλιέντε στην τελευταία περίοδο πριν το τραγικό θάνατο του; Πώς θα μπορούσε επίσης να εξηγήσει την οικονομική κρίση που συντάραξε τη Χιλή τη δεκαετία του 80; Φυσιολογικά ένας λειτουργικός καπιταλισμός θα παρήγαγε, τα μπουμ, τις υφέσεις, τις κρίσεις του, όπως στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Αλλά στην περίπτωση της Χιλής είχαμε μια βαθιά, σχεδόν δομική, οικονομικοπολιτική κρίση που τελικά έφτασε μέχρι το προεδρικό μέγαρο καταλήγοντας στην πτώση του Πινοσέτ…
O Friedrich Hayek, ο Milton Friedman, ο Ludwig Von Mises, και πολλοί άλλοι στοχαστές βλέπουν το ζήτημα διαφορετικά. Υποστηρίζουν ότι οι ελευθερίες στο πολιτικό και οικονομικό στερέωμα είναι αλληλένδετες και αμοιβαία εξαρτημένες. Σύμφωνα με αυτούς, υφίσταται μια ενδογενής ομοιότητα ανάμεσα στα δημοκρατικά και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα καθώς η πολιτική δημοκρατία είναι ο καλύτερος εγγυητής για την προστασία των τελευταίων και αντιστρόφως.
Τελικά ποια άποψη είναι ορθότερη ; Για να απαντήσουμε θα πρέπει να ξεκινήσουμε την ανάλυση μας με μία μικρή αναδρομή. Στον 18ο αιώνα τα ζητήματα της ατομικής ιδιοκτησίας ήταν αρκετά ασαφή και θολά. Δεν απείχαμε και πολύ από την εποχή που οι αριστοκράτες της επαρχίας διατηρούσαν το δικαίωμα της prima noctae, δηλαδή της ασέλγειας σε βάρος νεόνυμφων γυναικών. Οι πολίτες όπως γίνεται κατανοητό δεν διέθεταν τότε αναγνωρισμένα ιδιοκτησιακά δικαιώματα ούτε στο ίδιο τους το κορμί.. Το θνήσκον φεουδαρχικό σύστημα με τον ιδιόρρυθμο καστικό του χαρακτήρα και την άκαμπτη ταξική του δομή ήταν ανίκανο να παρέχει τη βάση για την ανάπτυξη τόσο του καπιταλισμού, όσο και της δημοκρατίας. Αυτές οι ιστορικές αντιφάσεις που καθρέφτιζαν την αντίθεση ανάμεσα στο επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων και την καθυστέρηση του κοινωνικοπολιτικού συστήματος επιλύθηκαν τελικά με τρόπο επαναστατικό. Μια αλυσίδα από εξεγέρσεις και επαναστάσεις κατέληξαν στη νίκη μιας φίλα προσκείμενης στην ελεύθερη αγορά, μεσαίας τάξης. Οι εκπρόσωποι της ενεπλάκησαν σε μια θανάσιμη πάλη με τους ταξικούς τους αντιπάλους. Σκοπός δεν ήταν μόνο η οικονομική μεταρρύθμιση αλλά και η πολιτική αλλαγή. Πολιτική και οικονομία φαίνονταν δεμένες με άθραυστους δεσμούς.
Από εδώ προκύπτει ένα ζήτημα-κλειδί για την ανάλυσή μας, συγκεκριμένα η ανάγκη διερεύνησης του συγκεκριμένου πολιτικού καθεστώτος που θα είναι πιο συμβατό με την οικονομική ελευθερία. Κάτω από ποιου είδους εξουσία μπορούν οι καταναλωτές και οι παραγωγοί να απολαύσουν της μεγαλύτερης δυνατής προστασίας; Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί η απάντηση στο ερώτημα αυτό;
Ιστορικά, η πάλη της μεσαίας τάξης για την υπεράσπιση της ιδιοκτησίας από το κράτος και τους δεσποτικούς θεσμούς συμπίπτει με την αρχή της πραγμάτωσης του δημοκρατικού πολιτεύματος. Αυτό είναι λογικό. Τα ανοιχτά πολιτικά συστήματα αποδεικνύονται ιδιαίτερα αποτελεσματικά στον τομέα της προστασίας των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Οι βασικές τους προϋποθέσεις, κράτος δικαίου, ισονομία, ισοπολιτεία μεταφράζονται στην εξάλειψη εκείνων των κινδύνων που θα βλάψουν την ακεραιότητα των πολιτών και των ιδιοκτησιών τους. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε επίσης ότι η δημοκρατία φέρνει και ανεξάρτητα οφέλη καθώς απελευθερώνει και επιταχύνει τη ροή της πληροφορίας με ό,τι συνεπάγεται αυτό το γεγονός για την ελεύθερη αγορά.
Αλλά η δημοκρατία, αντιστρόφως, θα ωφεληθεί τελικά από την προστασία της ελεύθερης οικονομίας; Είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι η δημοκρατία προϋποθέτει κατά κάποιο τρόπο την ανάπτυξη και την ευημερία. Η οικονομική οπισθοδρόμηση και η χαμηλή παραγωγικότητα οδηγεί στον μαρασμό και την πείνα που με τη σειρά τους οξύνουν τις ανισότητες οδηγώντας στην αποδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής. Οι ταξικές συγκρούσεις και η δικτατορία φαντάζουν σχεδόν αναπόφευκτες μετά από αυτήν την εξέλιξη. Φυσικά το τελευταίο επιχείρημα δρα και αντιστρόφως καθώς η ανάπτυξη μακροπρόθεσμα αποδομεί τους εξουσιαστικούς θεσμούς και εμπλουτίζει την πολιτική αρένα με νέες κοινωνικές δυνάμεις. Συνεπώς η δημοκρατία είναι στενά δεμένη με το οικονομικό σύστημα που φέρνει ανάπτυξη και υψηλή παραγωγικότητα.
ο κεντρικός σχεδιασμός δεν είναι ο δρόμος για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις ακόμα και σε μια πλούσια χώρα
Όπως αποδεικνύουν οι στατιστικές, τα νομικά κατοχυρωμένα ιδιοκτησιακά δικαιώματα έχουν άμεση σχέση με την συνολική αύξηση της παραγωγής. Οι ανοιχτές οικονομίες τείνουν να αναπτύσσονται ταχύτερα και να επιτυγχάνουν υψηλότερα κατά κεφαλή εισοδήματα από τις κλειστές απομονωμένες οικονομίες. Μια έρευνα με τίτλο Economic Freedom of the World του James Gwartney και του Robert Lawson κατέληξε ότι τα έθνη που διέθεταν τις πιο ανοιχτές αγορές από το 1980 ως το 1998 παρουσίασαν οικονομική ανάπτυξη πέντε φορές ταχύτερη από τα έθνη των οποίων οι οικονομίες ήταν ελάχιστα ή καθόλου ανοικτές. Οι κάτοικοι κοινωνιών που ακολουθούν το μοντέλο των ανοικτών αγορών είχαν πολύ υψηλότερα κατά κεφαλή ετήσια εισοδήματα από όσους διαβιούν σε κλειστές οικονομίες ($22,306 vs. $2,916) Μια έρευνα από οικονομολόγους της World Bank,συγκεκριμένα των David Dollar και Aart Kraay κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες που ανοίχτηκαν στην παγκόσμια οικονομία αναπτύχθηκαν πολύ ταχύτερα από όσες προτίμησαν ¨κλειστά¨ μοντέλα. Οι εμπειρικές αποδείξεις δείχνουν ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί και οι ανοικτές οικονομίες σχετίζονται με ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Στην πραγματικότητα η διάδοση του φιλελευθέρου καπιταλισμού ακολουθήθηκε από μια αυξανόμενη δημοκρατικοποίηση πολλών χωρών. Σύμφωνα με τον οργανισμό ανθρώπινων δικαιωμάτων ‘‘Freedom House’’, το ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που απολαμβάνει πλήρεις αστικές και πολιτικές ελευθερίες αυξήθηκε σταθερά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Συγκεκριμένα από 35 % που ήταν το 1973 (όσο υπήρχε ακόμα ο “εναλλακτικός δρόμος” του υπαρκτού σοσιαλισμού ) σήμερα έχει φτάσει το 44%, αξιοσημείωτη διαφορά αν σκεφτούμε ότι οι μεταβατικές πολιτικές περίοδοι σε ιστορική κλίμακα δεν θα πρέπει να μετριούνται με μήνες και χρόνια αλλά με δεκαετίες και αιώνες.
Η εσωτερική αλληλοσύνδεση ανάμεσα στις χώρες με υψηλή παραγωγικότητα και το δημοκρατικό πολίτευμα δεν είναι φυσικά σταθερός και αμετάβατος νόμος. Είναι αλήθεια ότι χώρες με τεράστιο ορυκτό πλούτο, πχ η Σαουδική Αραβία και το Κουβέιτ μπορούν να έχουν υψηλό κατακεφαλήν εισόδημα και ταυτόχρονα να διατηρούν άθικτη την εξουσιαστική τους υπερδομή. Είναι εύκολο να διαπιστώσουμε ότι ο κεντρικός σχεδιασμός των συγκεκριμένων οικονομιών παράγει δεσμούς εξάρτησης ανάμεσα στην κοινωνική βάση και την ηγεσία. Αυτή η εξάρτηση μακροπρόθεσμα ποτίζει τις ρίζες του ολοκληρωτισμού και επιμηκύνει τη διάρκεια του. Όχι, ο κεντρικός σχεδιασμός δεν είναι ο δρόμος για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις ακόμα και σε μια πλούσια χώρα. Το μυστικό κρύβεται στη βασική προϋπόθεση της δημοκρατίας: την ελευθερία του ατόμου να διαχειρίζεται κατά βούληση της παραγωγικές του δυνάμεις, να τις εκμεταλλεύεται και να αποκερδαίνει το υλικό όφελος αυτής της εκμετάλλευσης δίχως την παρέμβαση του κράτους.
Αυτής της μορφής η οικονομική ελευθερία ανεξαρτητοποιεί ένα αρχικά ετερογενές κοινωνικό σώμα που σταδιακά μορφοποιείται σε μια διαφοροποιημένη κοινωνική τάξη με κοινά συμφέροντα και στόχους. Μια μεσαία τάξη που αντλεί τον πλούτο της χωρίς τη συμμετοχή του κράτους είναι ικανή να το αμφισβητήσει και να το πολεμήσει. Αυτή η κοινωνική διαδικασία αντικειμενικά ανοίγει το δρόμο στον πολιτικό πλουραλισμό , τις αστικές ελευθερίες και τη δημοκρατία. Τα συμπεράσματα που μπορούμε να εξάγουμε από την ιστορική εμπειρία είναι παραπάνω από πειστικά:
Οι χώρες τις ανατολικής Ασίας ακολούθησαν διαφορετικά μοντέλα οικονομικών συστημάτων από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα μέχρι και σήμερα. Η Ινδία πήρε ένα μισοσοσιαλιστικό μονοπάτι στηριγμένο στον κεντρικό σχεδιασμό ενώ χώρες σαν τη νότιο Κορέα και την Ταϊβάν ανοίχτηκαν περισσότερο στις ελεύθερες αγορές. Μέχρι το 1990 το κατά κεφαλήν εισόδημα στις χώρες αυτές ήταν περίπου 10-15 φορές περισσότερο από της Ινδίας. Δεν μπορούμε να μη συσχετίσουμε με τούτες τις οικονομικές επιλογές τον ολοένα αυξανόμενο εκδημοκρατισμό της Ταϊβάν και της Νότιας Κορέας όπως επίσης και την όψιμη στροφή της Ινδίας στην ελεύθερη αγορά.
Ας κοιτάξουμε τώρα την περίπτωση των χωρών της υποσαχάριας Αφρικής. Ο καθηγητής Smith έκανε μια ενδιαφέρουσα σύγκριση ανάμεσα στο Ζαΐρ και τη Μποτσουάνα. Το Ζαΐρ είναι μια χώρα με πολλές πλουτοπαραγωγικές πηγές. Έχει αρκετή καλλιεργήσιμη γη για να ικανοποιήσει πλήρως τις ανάγκες της Ηπείρου και μπορεί να παράγει με τις υδάτινες πηγές της , ηλεκτρισμό για ολόκληρη την Αφρική. Αλλά σχεδόν σαράντα εκατομμύρια Ζαΐριοι βρίσκονται στα όρια του υποσιτισμού, όντας ανάμεσα στους 12 φτωχότερους λαούς της γης. Από την άλλη πλευρά, η Μποτσουάνα ανήκει στις πιο παραγωγικές χώρες του τρίτου κόσμου δίχως τα στρατηγικά πλεονεκτήματα του Ζαΐρ. Αυτή η διαφορά μπορεί να εξηγηθεί αν επεκτείνουμε τη μελέτη μας στην πολιτική υπερδομή. Το Ζαΐρ είναι μια χώρα κρατικιστική . Το κράτος ελέγχει άμεσα την οικονομία μέσω των μεγαλύτερων εταιριών παραγωγής. Ο μηχανισμός του κατευθύνεται από ένα και μόνο αυταρχικό κόμμα. Δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε ότι το πολιτικό κλίμα εκεί είναι μάλλον ασταθές. Στην πρόσφατη ιστορία του συγκλονίστηκε από 8 κυβερνητικές κρίσεις, ένα πραξικόπημα, 11 αναταραχές, 12 εξεγέρσεις και τουλάχιστον 3 δολοφονίες σημαντικών πολιτικών προσώπων. Το αποτέλεσμα ήταν η διαρκής συρρίκνωση της οικονομικής του ανάπτυξης. Από την άλλη η Μποτσουάνα ακολούθησε ένα ανοιχτό οικονομικό μοντέλο με αναγκαστικά περιορισμένη κεντρική εξουσία και κατά συνέπεια με ελευθεροτυπία, αναγνωρισμένα δικαιώματα, και λειτουργική δημοκρατία. Τα αποτελέσματα ήταν εμφανή: Ανάπτυξη της τάξεως του 9% ανά έτος επί τριάντα συναπτά χρόνια) και τους υψηλότερους ρυθμούς ανόδου του κατά κεφαλή εισοδήματος σ’ ολόκληρη την Αφρική. Όπως σημειώνει ο Martin L. Weitzman: “η καπιταλιστική οικονομία λόγω του υψηλού βαθμού αποκέντρωσης, αυτόματα χτίζει μια αντίπαλη δύναμη ικανή να ελέγξει τις εκτροπές του κράτους”.
Η αιτία αυτών των εξελίξεων λοιπόν είναι προφανής. Οι ανοικτές αγορές προσφέρουν ένα ισχυρό αντίβαρο στον κεντρικό σχεδιασμό και την ισχύ της κρατικής εξουσίας κινητοποιώντας έτσι ανεξέλεγκτες κοινωνικές δυνάμεις που τείνουν να διεκδικήσουν το δικαίωμα της αυτοκυβέρνησης από τις κυρίαρχες ελίτ. Η ιδιωτική πρωτοβουλία τελικά ίσως να είναι ο βαθύτερος λόγος που μια ελεύθερη αγορά όπως σημειώνει το Cato Institute, σπέρνει τους καρπούς της δημοκρατίας…
Προσθήκη: Καθώς γράφονταν αυτές οι γραμμές έφτασαν στην Ελλάδα τα νέα για τις εξεγέρσεις των κινέζων χωρικών ενάντια στην κυβέρνηση τους. H αυθαίρετη απαλλοτρίωση των ιδιοκτησιών τους για την κατασκευή μιας σύγχρονης ενεργειακής μονάδας ξεσήκωσαν τους αγρότες της υπαίθρου που επιτέθηκαν στις στρατιωτικές μονάδες του Κόμματος με αυτοσχέδια όπλα και δυναμίτες. Οι εξεγερμένοι τσακίστηκαν από το σιδερένιο χέρι της “δικτατορίας του προλεταριάτου” ενώ μετά τη σφαγή (αναφέρθηκαν εν ψυχρώ εκτελέσεις πενήντα αγροτών) οι υπεύθυνοι έσπευσαν να ζητήσουν συγγνώμη για το συμβάν (εφημερίδα “Μακεδονία της Κυριακής”,). Είναι άραγε τυχαίο που οι ανησυχίες πολλών ερυθρών μανδαρίνων συνδέονται με την φιλοκαπιταλιστική στροφή της Κίνας τα τελευταία χρόνια; Για μια ακόμα φορά η ιστορία παίζει τα παιχνίδια που την κάνουν μοναδική. Το κομμουνιστικό καθεστώς αλλάζει σταδιακά τις οικονομικές του βάσεις για να επιβιώσει στο σύγχρονο παγκόσμιο σύστημα εξουσίας. Αλλά αυτή η μεταβολή αφυπνίζει την κοινωνική ενεργητικότητα των μαζών που χρόνια και χρόνια βίαιης καταστολής είχαν παλέψει να αποκοιμίσουν. Οι συμπάθειες μας φυσικά βρίσκονται στο πλευρό των επαναστατημένων που υψώνουν την κραυγή τους ενάντια στον Έλεγχο της εξουσίας.. Οι πρόσφατες εξεγέρσεις, ανοργάνωτες και σποραδικές πνίγηκαν στο αίμα. Κανείς όμως δεν μπορεί να προδικάσει την έκβαση της πάλης που πρόκειται να ακολουθήσει..
————————————————————–
Eνδεικτική βιβλιογραφία:
D.Griswold: Trading tyranny for freedom: How open markets till the soil for democracy, available at http://www.freetrade.org/pubs/pas/tpa-026es.html
John Marangos: Was shock therapy consistent with democracy?
Review of Social Economy, June 2004 v62 i2 p221 (23)
Jose Pinera: Latin America: a way out.
The Cato Journal, Wntr 2003 v22 i3 p409 (8)
Paul Baran: On capitalism and freedom.
Monthly Review, Nov 1990 v42 n6 p35 (9)
Yi Feng Democracy and growth: the sub-Saharan African case,,
The Review of Black Political Economy, Summer 1996 v25 n1 p.95(31)
1. To σκίτσο βρέθηκε στην τοποθεσία http://www.nancho.net/memes/abexotic.html όπου και συνόδευε το άρθρο “the abhorrence of exotic ideas” του David Kubiak. Η λεζάντα προστέθηκε από το συγγραφέα του παρόντος
η ελευθερη αγορα ειναι η μονη διέξοος για την αλλαγή των ολοκληρωτικών καθεστώτων
Αν κάποτε η ελευθερία του γραπτού τύπου ήταν δείγμα και μέτρο της ελευθερίας έκφρασης σε μια χώρα, τότε στην σημερινή ψηφιακή εποχή μια χώρα θα κρίνεται με βάση τις επιδόσεις της στην ελευθερία πρόσβασης και πλοήγησης στο διαδίκτυο. Πριν μερικούς μήνες είδαμε την προσπάθεια της Κούβας να μην επιτρέψει τη χρήση του ίντερνετ από κανένα οικιακό χρήστη! Μια παρόμοια, αν και πιο ήπια, λογοκρισία έρχεται από την Λαοκρατική (ο θεός να την κάνει) Δημοκρατία της Κίνας.
Το Yahoo! ενδίδει στις απαιτήσεις της κινεζικής κυβέρνησης και λογοκρίνει, βάσει των κατευθύνσεων που δίνει το Πεκίνο, την ιστορική κινεζική ιστοσελίδα του και το εργαλείο έρευνας Yisou, καταγγέλλουν οι «Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα». Σύμφωνα με τη διεθνή αυτή οργάνωση για την ελευθερία του Τύπου, αν αναζητήσει κανείς στο Yahoo! China τις λέξεις «Ελεύθερο Θιβέτ», δεν θα πάρει κανένα αποτέλεσμα. Και αν πληκτρολογήσει «Φαλούν Γκονγκ» (το θρησκευτικό κίνημα που έχει απαγορεύσει η Κίνα), εμφανίζονται μόνον επίσημα κείμενα που επικρίνουν την οργάνωση. Αν αντίθετα ερευνήσει κανείς τις ίδιες λέξεις στο Yahoo! έξω από την Κίνα, οι λέξεις «Ελεύθερο Θιβέτ» δίνουν 95.000 αποτελέσματα και οι λέξεις «Φαλούν Γκονγκ» 375.000 - ενώ ο χρήστης παραπέμπεται επίσης στην επίσημη ιστοσελίδα του κινήματος.
Ακόμα χειρότερα, σύμφωνα με την Διεθνή Αμνηστία, υπάρχουν τουλάχιστον 54 (κανείς δεν ξέρει πόσοι ακόμα) Κινέζοι φυλακισμένοι επειδή απλά εξέφραζαν την άποψή τους στο διαδίκτυο. Μερικοί έχουν προβεί και σε απεργίες πείνας. Όλα τα ίντερνετ καφέ είναι αναγκασμένα να χρησιμοποιούν ειδικό software που να επιτρέπει τον πλήρη έλεγχο των σελίδων που επισκέπτονται οι χρήστες ενώ υπάρχει ειδικός κλάδος της αστυνομίας που ασχολείται με την παρακολούθηση και την καταστολή των ελευθεριών των χρηστών. Φυσικά αυτό είναι ασήμαντο κλάσμα των εκτεταμένων πολιτικών καταστολής και των καθημερινών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αυτή τη χώρα, αλλά ενδεικτικό της νοοτροπίας που επικρατεί.
Πώς όμως θα καταφέρει η Κίνα και κάθε άλλο κράτος που στερεί βασικές ελευθερίες στους πολίτες του να φτάσει σε επίπεδα συγκρίσιμα με τις δυτικές κοινωνίες; H ελευθερία της γνώσης, της έκφρασης και της πολιτικής αντιπροσώπευσης είναι έννοιες σχεδόν άγνωστες στην Κίνα και σε δεκάδες άλλα ολοκληρωτικά κράτη. Όσο και να φωνάζουμε, όσες πορείες και να κάνουμε, όσα e-mail διαμαρτυρίας και να στείλουμε, ελάχιστα μπορούμε ρεαλιστικά να συμβάλλουμε έτσι. Ούτε χρειάζονται εμπορικές κυρώσεις, εμπάργκο στα προϊόντα κτλ. Η πραγματική αλλαγή μπορεί να προέλθει μόνο από τις ξένες επενδύσεις και την ενσωμάτωση στο παγκόσμιο σύστημα ανταλλαγής αγαθών, υπηρεσιών και ιδεών. Η λύση δεν είναι η απομόνωση, είναι η περισσότερη παγκοσμιοποίηση.
Το άνοιγμα της κινεζικής αγοράς είναι η αρχή μιας μακράς και δύσκολης πορείας της χώρας προς τον εκδημοκρατισμό και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Γι’ αυτό και η ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων από την Κίνα είναι μια καταπληκτική ευκαιρία για να ενδυναμωθεί αυτή η πορεία. Όσο περισσότερο έρχονται σε επαφή οι κινέζοι με τον ελεύθερο κόσμο τόσο πιο πολύ υπάρχει περίπτωση στο μέλλον να διεκδικήσουν την ελευθερία τους. Η ελεύθερη αγορά θα δράσει ως μοχλός πίεσης και αλλαγών όπως έκανε και στην Ευρώπη και στην Αμερική πριν 2 αιώνες. Μέσω της εισαγωγής ξένων κεφαλαίων, την ανάπτυξη της οικονομίας κλπ σιγά, σιγά δημιουργείται μια μεσαία τάξη που διαρκώς αυξάνεται και που θα αρχίσει να διεκδικεί πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές ελευθερίες.
Ο ρόλος της ελεύθερης αγοράς στην κατάκτηση αυτών των ελευθεριών είναι κυρίαρχος. Όσο εξαγωγικές και αν είναι αυτές οι οικονομίες, είναι κλειστές στο εσωτερικό τους και σε μεγάλο βαθμό ελεγχόμενες. Οι ελεγχόμενες οικονομίες τους συμβάλλουν στην διαιώνιση της κατάστασης. Σε καμία πχ ελεύθερη αγορά δεν θα είχαν θέση τα ολιγοπώλια, αντίθετα εκεί επιδοτούνται (πχ Ν.Κορέα)! Όταν η οικονομική ανάπτυξη επιβραδυνθεί, και θα τεθούν σε κρίση τα μοντέλα παραγωγής και κοινωνικής οργάνωσης που εφαρμόζουν, θα ξεπηδήσουν φωνές αντίδρασης που θα βρουν πρόσφορο έδαφος (ενώ σήμερα αγνοούνται λόγω της ευφορίας που προκαλεί η ιλιγγιώδης ανάπτυξη). Το άνοιγμα των αγορών τους στον ελεύθερο ανταγωνισμό (πράγμα που θα γίνει αναγκαστικά για να προσαρμοστούν στον παγκόσμιο σύστημα και να γλιτώσουν από τις παγίδες των κλειστών και ρηχών αγορών τους) θα θέσει σε αμφισβήτηση το σύνολο των παραγωγικών τους δομών. Η ελεύθερη αγορά θα επιβάλει τους όρους του σεβασμού των πανανθρώπινων αξιών αν οι λαοί αυτοί θέλουν να συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία και να διεκδικήσουν μια καλύτερη μοίρα για τους εαυτούς τους. Από κει θα ξεπηδήσει η ανάγκη για μεταρρυθμίσεις.
Το παράδειγμα της κρίσης του 97-98 είναι χαρακτηριστικό. Οι κλειστές οικονομίες τους με την υπερβολικά ρηχή χρηματαγορά, σε σχέση τις ανάγκες τους και το μέγεθος της οικονομίας τους, βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Η Κορέα κατάφερε να ξεπεράσει την κρίση με την βοήθεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Χάρη στις μεταρρυθμίσεις που αυτό επέβαλε πέτυχαν ανάπτυξη 10% και 9% τα επόμενα δύο χρόνια. Τώρα όμως έχουν πάλι επιβραδυνθεί και αντιλαμβάνονται τις δομικές δυσκολίες που παρουσιάζει το σύστημα των τσαεμπόλ. Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις γίνονται αποδεκτές με μεγαλύτερη ευκολία (παρόμοια, πόσο διαφορετικά αντέδρασε η ελληνική κοινωνία στις ιδιωτικοποιήσεις την δεκαετία του 80 και στις αρχές του 90 και πώς από το δεύτερο μισό του 90 και μετά;). Σήμερα όλες οι λεγόμενες τίγρεις αναγκάζονται να είναι πολύ πιο πολιτικά ελεύθερες (στην Ινδονησία η χούντα κατέρρευσε κιόλας λόγω της κρίσης), να επιτρέπουν πολύ μεγαλύτερη οικονομική ελευθερία και να είναι πολύ πιο διάφανες στη λειτουργία τους, ώστε να ξαναποκτήσουν την εμπιστοσύνη των ξένων αγορών και κεφαλαίων. Μια παρόμοια κρίση στον μέλλον μπορεί να στείλει μια μέρα το Κ.Κ. Κίνας να κάνει παρέα στο Σουχάρτο.
Βέβαια δε φτάνει να δημιουργηθεί απλά μια ισχυρή μεσαία τάξη για να διεκδικηθούν πολιτικές αλλαγές. Πρέπει αυτή η μεσαία τάξη να έχει προκύψει μέσα από την ελεύθερη αγορά και να έχει συμφέροντα ταυτισμένα με την διεύρυνσή της και την διάδοση των ατομικών ελευθεριών. Οι σημερινοί ευκατάστατοι της Κίνας, της Σιγκαπούρης, ή του Ντουμπάι είναι πολύ πιο πιθανό να είναι σε αυτή τη θέση λόγω προνομίων από την εξουσία παρά λόγω ατομικής επιτυχίας στην ελεύθερη οικονομία. Όταν όμως η μεσαία τάξη αποτελείται από άτομα που έχουν συμφέρον τον περιορισμό της κρατικής παρέμβασης (ενώ τώρα μάλλον επωφελούνται από αυτή) τότε θα διεκδικήσουν αλλαγές που θα μεταφραστούν και σε πολιτικές διεκδικήσεις.
Η άνοδος νέων δυνάμεων μέσα από την ιδιωτική ελεύθερη οικονομία γίνεται μοχλός πίεσης στην κεντρική εξουσία και οιωνός ακόμα μεγαλύτερων μεταρρυθμίσεων. Η αντίσταση στην κρατική αυθαιρεσία θα γιγαντώνεται όσο μεγαλώνουν τα αντίθετα συμφέροντα και όσο η εξουσία θα αναγκάζεται να κάνει παραχωρήσεις για την ενίσχυση της οικονομίας. Μπορεί να μπορούσε να χειριστεί με το μαστίγιο ένα κάρο, αλλά καθώς η οικονομία της γίνεται αυτοκίνητο τα παλιά εργαλεία ελέγχου την απολυταρχικής εξουσίας γίνονται παρωχημένα. Μπορεί να μην φτάσουν εντελώς στο επίπεδο της Δύσης, έχουν όμως ανάγκη και μπορούν να αναπτύξουν θεσμούς που να προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα και την οικονομική τους ελευθερία. Αυτό που προέχει λοιπόν δεν είναι απλά η οικονομική ανάπτυξη αλλά και μεταρρυθμίσεις με το άνοιγμα των οικονομιών και την προώθηση των ανοιχτών αγορών.
Περλικός Φώτης
Filed under: Κοσμος — Φώτης Περλικός @ 5:13 pm (Διαβάστηκε 742 φορές)
ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
The only purpose for which power can be rightfully exercised over any member
of a civilized community, against his will, is to prevent harm to others
John Stuart Mill [1]
The burden of proof is on the shoulders of whomever advocates legal coercion.
Joel Feinberg [2]
Από το σχολείο ήδη μαθαίνουμε πως η ελευθερία μας σταματά εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων. Είναι μια φράση που εύκολα μπορεί να την απομνημονεύσεις αλλά δύσκολα να την εφαρμόσεις, εάν κρίνω από τις καθημερινές «συνοριακές διαμάχες» του γιου μου και της κόρης μου. Όλοι όμως θα συμφωνήσουν ότι η ελευθερία δεν μπορεί να είναι απεριόριστη και ότι ένας σοβαρός λόγος περιορισμού της είναι πως σε πολλές περιπτώσεις η κατανομή της αποτελεί παίγνιο σταθερού αθροίσματος (μια, έστω μικρή, αύξηση της ελευθερίας του ενός συνεπάγεται ανάλογη μείωση της ελευθερίας κάποιου άλλου). Ακόμα και στα πλέον φιλελεύθερα κράτη η ατομική ελευθερία δεν περιορίζεται μόνο προς χάριν της δικαιότερης κατανομής της. Δυστυχώς, υπάρχουν πολλά – ορισμένες φορές σοβαρά – επιχειρήματα για τον περιορισμό της και σε πολλές περιπτώσεις τόσο πειστικά ώστε να υιοθετούνται από αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις.
Ο John Stuart Mill στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Περί Ελευθερίας (1859) είχε επιχειρήσει να θέσει ένα όριο στον περιορισμό της ελευθερίας, ένα διάσημο πλέον όριο (σε ελεύθερη δική μου μετάφραση):
Ο μοναδικός σκοπός χάριν του οποίου νομιμοποιείται το κράτος να περιορίσει την ελευθερία του ατόμου παρά τη θέλησή του τελευταίου είναι για να αποτρέψει τη βλάβη σε άλλα άτομα. Δεν νομιμοποιείται όμως το κράτος να περιορίσει την ελευθερία του ατόμου για το «δικό του καλό» (σωματικό ή ηθικό). Δεν δικαιούται να το υποχρεώσει να κάνει ή να μην κάνει κάτι διότι υποτίθεται πως έτσι θα είναι καλύτερα γι’ αυτό ή διότι θα το κάνει ευτυχέστερο ή γιατί σύμφωνα με κάποιους έτσι είναι «πιο σωστό» ή «πιο σοφό». Το άτομο είναι κυρίαρχο πάνω στον εαυτό του, πάνω στο σώμα του και στο μυαλό του.
Αυτή είναι η περίφημη “αρχή της βλάβης” (harm principle) η οποία ακούγεται τόσο πειστική όσο και ασαφής. Ακόμα και για έναν φιλελεύθερο που την υιοθετεί με ενθουσιασμό, η λέξη «βλάβη» είναι πολύ γενική και σίγουρα δεν μπορεί να εφαρμοσθεί μηχανιστικά, όπως ίσως ήλπιζε ο Mill. Όλοι θα συμφωνήσουν πως η ανθρωποκτονία, η κλοπή, η σωματική βλάβη και η απάτη εμπίπτουν στην έννοια της «βλάβης». Όμως εάν αποφασίσω να κάψω την ελληνική σημαία μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη ανήμερα της 25ης Μαρτίου, μπορεί να θεωρηθεί πως βλάπτω κάποιους; Εάν είμαι μέλος της Ku-Klux-Klan και κάψω σταυρούς μπροστά στα σπίτια μαύρων ή αν είμαι νεοναζιστής και παρελάσω μέσα από μια εβραϊκή συνοικία την ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος; Εάν γράψω άρθρο κατηγορώντας τους Αλβανούς πως είναι από τη φύση τους κλέφτες; Εάν αποκαλύψω σε τηλεοπτική εκπομπή το κρυφό ημερολόγιο γνωστού μόδιστρου; Εάν δεν βοηθήσω κάποιον που πνίγεται αν και θα μπορούσα να το κάνω χωρίς να κινδυνεύσω ο ίδιος; Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι εμφανές πως κάποιος βλάπτεται, ζημιώνεται, υποφέρει από τις πράξεις μου. Όμως ακόμα κι αν ανοίξω ένα κατάστημα πολύ κοντά σ’ ένα άλλο που παρέχει παρόμοια αγαθά ή υπηρεσίες είναι σίγουρο πως θα βλάψω τον ανταγωνιστή μου και εάν οργανώνω ρωμαϊκά όργια στο σπίτι μου είναι επίσης βέβαιο ότι θα ενοχλήσω πολλούς, ακόμα κι αν δεν τους προσκαλέσω ποτέ σ’ αυτά.
Ακούγεται εύλογη λοιπόν η αρχή του Mill, αλλά θα πρέπει να δούμε και πώς ορίζεται η βλάβη. Ακόμα και για συνεπείς φιλελεύθερους ο ορισμός δεν είναι καθόλου εύκολος. Αρκεί να θυμηθούμε πως το 1976 η μεγαλύτερη παγκοσμίως οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η American Civil Liberties Union (ACLU), έχασε σε μια μόνο μέρα τα μισά της μέλη, όταν αποφάσισε να υπερασπισθεί στα δικαστήρια το δικαίωμα των νεοναζιστών να παρελάσουν στην εβραϊκή συνοικία Σκόκι του Σικάγο. Όμως πολλές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (και στην Ελλάδα) ζητούν την παραδειγματική τιμωρία όσων εκφράζουν με άρθρα ρατσιστικές απόψεις στις εφημερίδες, ενώ πολλοί θα συμφωνούσαν πως το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή προηγείται του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης ακόμα και για τα δημόσια πρόσωπα.
Σύμφωνα με τον Feinberg, βλάβη είναι οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη πλήττει τις βασικές προϋποθέσεις για την ευημερία ενός ατόμου. Ο κίνδυνος της διασταλτικής ερμηνείας υπάρχει πάντα, αλλά το βάρος της απόδειξης το έχει αυτός που υποστηρίζει τον περιορισμό.
Κανείς άλλος δεν έχει συνεισφέρει τόσο στο διάλογο για το τι είναι βλάβη και το ποια είναι τα όρια της κρατικής παρέμβασης στην ατομική ελευθερία όσο ο Joel Feinberg). Ο Feinberg δίδαξε σε πολλά αμερικάνικα πανεπιστήμια (μεταξύ των άλλων στο Princeton και στο UCLA) μέχρι να καταλήξει στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, όπου δίδαξε για 17 χρόνια μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1994. Το έργο του είναι πλουσιότατο, αλλά η μεγαλύτερή του συνεισφορά βρίσκεται στη φιλοσοφία του ποινικού δικαίου. Το περίφημο τετράτομο έργο του Τα Ηθικά Όρια του Ποινικού Δικαίου (The Moral Limits of the Criminal Law) που δημοσιεύτηκε από το 1984 έως το 1988 δικαιολογημένα θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα έργα φιλοσοφίας του δικαίου του 20ου αιώνα.
Ο Feinberg ως κλασικός φιλελεύθερος θεωρεί καταρχήν πως το κράτος θα πρέπει να μην περιορίζει την ελευθερία των πολιτών παρά σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου ο περιορισμός της νομιμοποιείται από ηθικές αρχές. Ασκώντας κριτική στις θεωρίες του καθήκοντος, επαναφέρει τη συζήτηση στα δικαιώματα [3] Εάν εννοούσε τα νομικά δικαιώματα (legal rights), το όλο επιχείρημα θα ήταν κυκλικό. θεωρώντας ότι σοβαρά μπορούν να συζητηθούν τέσσερις περιπτώσεις στις οποίες το κράτος νομιμοποιείται να περιορίσει την ελευθερία ενός ατόμου. Πιο συγκεκριμένα, όταν το άτομο:
1. βλάπτει σοβαρά κάποιο άλλο ή το υποβάλλει σε παράλογο κίνδυνο (αρχή της βλάβης / harm principle)
2. προσβάλλει ένα άλλο πρόσωπο με τις ενέργειές του (αρχή της προσβολής / offence principle), του δημιουργεί δηλαδή αισθήματα ντροπής, άγχους, αηδίας, αγανάκτησης, κλπ.
3. βλάπτει τον εαυτό του σωματικά, οικονομικά ή ηθικά (νομικός πατερναλισμός / legal paternalism)
4. αν και δεν βλάπτει ή ενοχλεί κανέναν, η συμπεριφορά του κρίνεται ως ανήθικη από την κρατούσα συμβατική ηθική (νομικός ηθικισμός / legal moralism)
Ο Alan Wertheimer θα προσθέσει άλλες τρεις περιπτώσεις περιορισμού της ελευθερίας:
5. σε περίπτωση που είναι απαραίτητο για την παροχή δημόσιων αγαθών (αρχή των συλλογικών αγαθών / collective benefits principle),
6. για λόγους δικαιοσύνης (αρχή της δικαιοσύνης / justice principle)
7. για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες άλλων ανθρώπων (αρχή της ανάγκης / need principle)
Οι εξαιρέσεις είναι τόσες πολλές που, αν υιοθετηθούν όλες, θα μετατρέψουν την ίδια την ελευθερία σε εξαίρεση. Ο Feinberg συζητά τις τέσσερις και καταλήγει πως μόνο οι δύο πρώτες (πολύ περισσότερο η αρχή της βλάβης) νομιμοποιούν ηθικά τον περιορισμό της ελευθερίας. Για τον Feinberg, ο φιλελευθερισμός αποκλείει κάθε άλλη αρχή παρέμβασης. Πολλοί ακραίοι φιλελεύθεροι (libertarians) θα δέχονταν μόνο την πρώτη αρχή και μάλιστα ερμηνεύοντάς την συσταλτικά. Οι ωφελιμιστές φιλελεύθεροι αντίθετα θα έβλεπαν με συμπάθεια τη δεύτερη και ιδιαίτερα την πέμπτη σε περιπτώσεις διλήμματος του φυλακισμένου.
Για τον Feinberg όμως αυτό που έχει ενδιαφέρον δεν είναι το πρόβλημα του κοινωνικού ελέγχου με όργανο το (ποινικό) δίκαιο, αλλά τα ηθικά όρια της κρατικής παρέμβασης, δηλαδή του περιορισμού της ελευθερίας από το κράτος. Σε αντίθεση με τους θετικιστές (όπως ο Hart) και τους οπαδούς του ουδέτερου φιλελεύθερου κράτους (όπως ο Rawls) ο Feinberg βλέπει την παρέμβαση αυτή ως ένα είδος επιβολής κοινώς αποδεκτών ηθικών αξιών, ιδιαίτερα των ηθικών δικαιωμάτων. Για τον Feinberg η ποινική διαδικασία είναι εγγενώς ηθική – την ονομάζει «μεγάλη ηθική μηχανή» (great moral machine). Το ποινικό δίκαιο δεν έχει δηλαδή σαν μοναδικό στόχο να αποτρέψει τη βλάβη, αλλά και να εκφράσει την ηθική απαξίωση της συγκεκριμένης βλάβης (expressive function of punishment).
Έτσι, σύμφωνα με τον Feinberg, βλάβη είναι οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη πλήττει τις βασικές προϋποθέσεις για την ευημερία ενός ατόμου. Ο κίνδυνος της διασταλτικής ερμηνείας υπάρχει πάντα, αλλά το βάρος της απόδειξης το έχει αυτός που υποστηρίζει τον περιορισμό. Στην περίπτωση της προσβολής (offence) θα θέσει μια σειρά κριτηρίων (μέγεθος προσβολής, αδυναμία αποφυγής της προσβολής από το θύμα, κίνητρα του δράστη, μέγιστη δυνατή προστασία της ελευθερίας της έκφρασης, κ.ά.) για να περιορίσει την εφαρμογή της κατά το δυνατόν. Απορρίπτει επίσης τον πατερναλισμό,[4] δηλαδή την ποινικοποίηση της εκούσιας συμπεριφοράς που μπορεί να βλάψει τον ίδιο το δρώντα φυσικά, ψυχολογικά, οικονομικά, για ορισμένους ακόμα και ηθικά. Φυσικά απορρίπτει και το νομικό ηθικισμό, σύμφωνα με τον οποίο ορισμένες πράξεις είναι τόσο εγγενώς ανήθικες ώστε πρέπει να απαγορεύονται ακόμα και αν δεν βλάπτουν ή προσβάλλουν άμεσα κάποιον[5] και λαμβάνουν χώρα ιδιωτικά από συναινούντες ενήλικες.
Αυτό που προκύπτει από το έργο του Feinberg (και όσων ακολούθησαν) είναι η περιπτωσιολογική πραγμάτευση της κάθε κατηγορίας παρέμβασης και της κάθε υποκατηγορίας εξαίρεσης. Όμως δύσκολα μπορεί κανείς να παραμείνει συνεπής χωρίς κάποια στάθμιση συμφερόντων, την οποία προσπάθησε επιμελώς να αποφύγει ο Feinberg, χωρίς απόλυτη πάντοτε επιτυχία. Άλλωστε, είναι γνωστό πως ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες.
——————————————————————-
- Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cogito (τεύχος 2, Ιανουάριος 2005)
-Ο Αριστείδης Ν. Χατζής είναι Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας & Θεωρίας της Επιστήμης του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
1. John Stuart Mill, On Liberty (ch. 1) . ↩
2. Feinberg (1988: 4). ↩
3. Ως ηθικά δικαιώματα (moral rights) όμως, όχι νομικά. Η διαφορά είναι σημαντική διότι θεωρεί ως βλάβη την προσβολή των ηθικών δικαιωμάτων. ↩
4. Ακριβέστερα, απορρίπτει τον απόλυτο πατερναλισμό (hard paternalism), διαχωρίζοντάς τον από τον ήπιο πατερναλισμό (soft paternalism) όπου η επιλογή δεν είναι εκούσια και συνειδητή. ↩
5. Υποτίθεται όμως ότι προσβάλλουν έμμεσα, καταστρέφοντας τον κοινωνικό ιστό. ↩
0 Responses to ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Δημοσίευση σχολίου